Eίχαν ένα κήπο μες’ το λουλουδικό..και δέντρα..όχι πολλά,δυό τρείς κερασιές,μια βερυκοκιά,μια μεγάλη ακακία που έφτιαχνε λευκούς ανθούς και μια ροδιά στην είσοδο,καμάρι του σπιτιού.Γλάστρες,γλαστράκια με κρίνους και μωβ πασχαλιές,ροδοκόκκινες σκουλαρικιές,τριαντάφυλλα σε όλα τα χρώματα,μολόχες από τις εύκολες που έλεγε η μάνα,χρώματα χρώματα,από κείνο το κατακόκκινο λουλούδι που νόμιζες έσταζε αίμα κι έβαφε κρυφά τα χείλια της,τούφες τούφες τα ζουμπούλια και μυρωδάτες καμπανούλες φυτεμένες στο μικρό κηπάκι αριστερά.,που άνοιγαν τα ροζ κεφαλάκια τους την ημέρα και τα έγερναν υπομονετικά την νύχτα..
Σε μια γωνιά μια μεγάλη λαμαρίνα ακουμπισμένη πάνω σ ένα τραπέζι..με τους γιοφκάδες να στεγνώνουν κάτω από τον καφτό καλοκαιρινό ήλιο.Η μάνα τους ζύμωσε χθες με αλεύρι ,νερό και αβγά και τους έτριψαν μαζί, έναν έναν με στεγνά καθαρά χέρια ,ζυμαρένια σκουλικάκια πάνω στη λαμαρίνα..
Στο κέντρο της αυλής κοντά στην πόρτα της κουζίνας,ένα άλλο τραπέζι με 10-20 κιλά βύσινα ριγμένα από νωρίς το πρωί επάνω ,και γύρω γύρω θόρυβος πολύς..οι δυό θείες, η Ρηνιώ και η Ελένη ,οι μικρότερες αδερφές της μάνας,οι άλλες δύο μεγαλύτερες παντρεμένες από χρόνια στην Αμερική,κι η Ασημίνα πρώτοξαδέρφη τους ,έπιαναν ένα ένα με το χέρι τα βύσινα,καθαρά και πλυμένα από ώρα με κουβάδες νερό,έχωναν την φουρκέτα εκεί που πριν φύτρωνε το κοτσάνι,την έσπρωχναν μέσα βαθιά και έφερναν με τέχνη το κουκούτσι μπροστά,ώσπου έπεφτε.Έτσι ξεκουκούτσωτες οι βυσινιές σάρκες,μαζεύονταν σε μεγάλα γυάλινα δοχεία,όπου μετά ανακατατεύονταν με κατάλευκους κόκκους μπόλικης ζάχαρης κι έμπαιναν σε καζάνια που έβραζαν πάνω από τη φωτιά,για να δώσουν πεντανόστιμα γλυκά που θα τράταραν γνωστούς και συγγενείς τις ατέλειωτες χειμωνιάτικες βεγγέρες.
Η Αγγελικούλα ήταν δεν ήταν στα δεκαοχτώ.Όνομα και πράμα.Δυό κατάξανθες κοτσίδες που έπεφταν με χάρη στους ώμους, ένα πικάντικο μουτράκι να κρύβεται κάτω από ένα πλατύγυρο ψάθινο καπέλλο,τις ατέλειωτες καλοκαιρινές μέρες,
καστανό βλέμμα.. ίσιο.. καθαρό,νάζι ,λίκνισμα κοριτσίστικο ,ένα πλατύ όλο φως χαμόγελο,δυό χειλάκια τριαντάφυλλα και μια καρδούλα να σκιρτάει από νιότη κι από έρωτα για τον Πετρή,μίλια μακριά της , ένα νου σαλεμένο και την απόσταση να της καίει τα σωθικά..
Πήρε δυο τρεις χαχαλιές βύσινα μπροστά της κι έπιασε δουλειά..Οι θείες και η μάνα είχαν ήδη γεμίσει δυο δοχεία ,με γέλια και πειράγματα ,πονηρά βλέμματα και υπονοούμενα,για την τάδε και τον δείνα,την Νίτσα την μοδίστρα,χωρισμένη και ξαναπαντρεμένη με τρία παιδιά από διαφορετικό άντρα το καθένα,τον ομορφονιό που πήγαινε με το άλογο κάθε μέρα να επιβλέψει στα χωράφια φρούτα και λαχανικά ,την Νίνα με το εξώγαμο και τον λεγάμενο με τα γυναικεία τσίνορα που την στρίμωξε τάζοντας αιώνια χάδια και φιλιά και να που τέλειωναν και με το τρίτο δοχείο,δεν ήταν δουλειά κι υποχρέωση αυτή η συγκέντρωση,πανηγύρι ήταν κάθε χρόνο,μεγάλες γυναίκες με την ψυχή παιδιών κι οι κουβέντες τους τιτιβίσματα χαρούμενων πουλιών. Ήρθε κι η κουβέντα για τον Πετρή,γυιός της δεύτερης ξαδέρφης τους,είχε δυό χρόνια που τους άφησε για τα καράβια,σκίρτησε η καρδιά της Αγγελικούλας,σα τα βύσινα βάφτηκαν τα μάγουλά της,η θεία Ρηνιώ το πρόσεξε,της έκανε νόημα..έχω να σου δώσω της είπε..κι αυτή κατάλαβε πως γράμμα θα ήταν σταλμένο από το καράβι,γράμμα από τον Πετρή της,μέσα στα γέλια και τις χαρές οι άλλες δεν κατάλαβαν τίποτα,συνέχισαν να μιλούν, πήρε το γράμμα κάτω από το τραπέζι,το έκρυψε στο λάστιχο της φούστας της.
Έκανε πως έβαλε άλλες δυό χαχαλιές βύσινα στο τραπέζι κι άρχισε να ξεκουκουτσώνει με το κεφάλι χαμηλά,θα το διάβαζε αργότερα,ας τέλειωναν πρώτα με το γλυκό,να έμπαινε με το καλό στη φωτιά,να φτιάχνανε τους καφέδες μοσχομυριστούς,τις πορτοκαλάδες και τα δροσιστικά ,να σερβιρίζονταν το μεσημεριανό και αργά το απόγευμα που θα ξένοιαζαν από τα μουσαφιριά..τότε θα το διάβαζε.Κι έπειτα θα το τακτοποιούσε μαζί με τα άλλα.Δυό χρόνων γράμματα δεν άφησε μέρα να περάσει δίχως την παρουσία του,σκόρπιες λέξεις ,πόθοι και όνειρα για την μικρή Αγγελικούλα,που δεν την άγγιξε ποτέ ,παρά μόνο μέσα από τα γραμμένα τόλμησε να την αγκαλιάσει,να πει τα λόγια που έκαιγαν,αυτόν τις αβάσταχτες ώρες της ξενητιάς κι αυτήν όταν κοιμόταν με χαρτιά και φωτογραφίες κρυμμένα κάτω από το μουσκεμένο μαξιλάρι. Στιβαγμένα με τη σειρά σε μικρά πακέτα,δεμένα με βελούδινες ροζ κορδέλλες,αγορασμένες από το ψιλικατζίδικο του κυρ Θόδωρου,τάχα μου για να δένει τα μαλλιά της και κρυμμένα επιμελώς από αδέρφια και γονείς,φίλες και ξαδέρφες και μόνο με τη θεία Ρηνιώ να μοιράζεται το μυστικό.Καθημερινά να της φέρνει γράμμα από τον λεγάμενο και τις Δευτέρες διπλά.
Το βραδάκι,ο πατέρας ήταν ακόμη στα χωράφια,η μάνα τακτοποιούσε τα αποστηρωμένα βάζα στην κουζίνα,έσκισε τον φάκελο, σφραγίδα γραμματόσημο από χώρα άγνωστη,με ένα μικρό μαχαιράκι.Ήταν κάτω από την ροδιά.Ένα χρυσοπλάτινο φεγγάρι φώτισε το καλογραμμένο χαρτί.Μύρισε τη μυρώδιά του,χάρηκε τα γράμματα του που έγερναν όλα ομοιόμορφα προς τα δεξιά ,κι έμεινε να χαζεύει το πιο όμορφο ,
το πιο καλλιγραφικό,εκείνο το κεφαλαίο Α κάθε που ξεκινούσε.., το πιο μεγάλο απ όλα, το πιο πλαγιαστό,το πιο λικνιστό και το πιο σκερτζόζικο γράμμα..
Αγγελικούλα μου..της έλεγε..
Καρδούλα μου,ψυχή μου..δε θα πω πολλά αυτή τη φορά,ο χρόνος πιά με πιέζει κι ο πόθος,η απόσταση,η έλλειψη της δικής σου αγκαλιάς με οδηγούν μια ώρα γρηγορότερα να έρθω κοντά σου..Βρίσκομαι τόσο μακριά κι από την άλλη σε νιώθω σα να είσαι δίπλα μου..απατηλή φαντασίωση.. αγγίζω τα χεράκια σου,ξεμπλέκω τις κοτσίδες σου,γεύομαι βελούδινα τα χειλάκια σου . Κάθε λιμάνι ομορφαίνει με τη δική σου μορφή,κάθε φουρτουνιασμένη θάλασσα γαληνεύει με τη δική σου φωνή,κάθε που παλεύουμε με άγριους ανέμους και ανεμοκάραβα με σώζει το δικό σου φιλί.Τον Αύγουστο με το καλό θα έρθω να σε ζητήσω από μάνα και πατέρα…
Άφησε το χαρτί να της πέσει από τα χέρια.Σκούπισε με τη φούστα της τα δάκριά της..
Μάνααααααααααααα….φώναξε κι ήταν γεμάτη από χαρά η φωνή της…
σημείωση:το κείμενο γράφτηκε μετά από την πρόσκληση/πρόκληση του μελομενου..
τον οποίο και ευχαριστώ πολύ πολύ..
με τη σειρά μου πρέπει να δώσω τη σκυτάλη σε άλλους 5 .
Άς είναι λοιπόν.....
ο εραστής της ζωής
η βασιλικη
η αλεξανδρα
η desposini savio
και η καπετάνισσα
κι ας παίξουν με τις λέξεις..άμμος,μυστικό,καντήλι,πάπυρος,κρασί
Very nice! Kalhsperes.
ReplyDeleteδιάβαζα το κείμενό σου
ReplyDeleteκαι οι εικόνες σου πέρναγαν απο τα μάτια μου σαν να έβλεπα ταινία...
θαυμάσια περιγραφή, όμορφη ιστορία!
σ'ευχαριστώ!
το πιο όμορφο βράδυ να έχεις,ευχή μου!
Τι όμορφο... Μα φυσικά ο τίτλος είναι υπέροχος :ΡΡ «Αγγελικούλα ζάχαρη, Αγγελικούλα μέλι, Αγγελικούλα κρύο νερό που πίνουν οι αγγέλοι» μου λεγαν όταν ήμουνα μικρούλα. Με γύρισες χρόνια πίσω και ας μην έχω πάρει τέτοιο γράμμα...
ReplyDeleteτι όμορφο και γεμάτο χρώματα και αρώματα!
ReplyDeleteαποδέχομαι την πρόσκληση. μόνο που θα την΄εχω έτοιμη από βδομάδα!
ΦΙΛΙΑ ΠΟΛΛΑ ΠΟΛΛΑ!
πανέμορφο Φεγγάρι!!! Σ'ευχαριστώ για τη πρόσκληση. Μάλλον το Σ/Κ θα γραφτεί
ReplyDelete:)
@..Fraoula ..ευχαριστω πολυ..
ReplyDelete@.. melomenos..πραγματικα ηθελα να σου αρεσω..δεν ξερω αν το πετυχα..σ ευχαριστω και παλι..ομορφο βραδυ και σε σενα..
ReplyDelete@.. sunshine..χαιρομαι που σε αγγιξε..αυτο το τραγουδακι ειχε κολλησει στο μυαλο μου οση ωρα το εγραφα..φιλια..
ReplyDelete@..αλεξανδρα..ευχαριστω και χαιρομαι που αποδεχτηκες την προσκληση..ειμαι σιγουρη για το τι θα διαβασω απο εσενα..φιλιααα..
ReplyDelete@..Desposini Savio..και εγω για το σ/κ ελεγα τελικα βγηκε νωριτερα..φιλιαα..
ReplyDeleteόμορφο κείμενο, με αρώματα και χρώματα που λέει και η αλεξάνδρα. Και είναι σίγουρο πως ο μελομένος θα το ευχαριστήθηκε.
ReplyDeleteAνακάλυψα το blog σου ψάχνωντας...γλυκιά γραφή με άρωμα, εικόνες που ρέουν και τρέφουν τον νού και την ματιά. Πολή όμορφη ιστορία.
ReplyDeleteΚαταπληκτικό! Γλαφυρότατο! Με ταξίδεψες.
ReplyDeleteΜε πήγες και με έφερες....
(μ'εκείνη τη φουρκέτα και τα βύσσινα τί μου θύμισες και τα χέρια... 'ματοβαμμένα...)
πανέμορφο και υπέροχο!
ReplyDeleteΕνα ταξίδι ακόμη... Τι μου θύμισες όμως..
ReplyDeleteΚαλημέρα
poly pergrafiko!!
ReplyDeleteoi eikones pernoysan mprosta moy.. olo mirodies
Φεγγάρι έλα να δεις! καλημέρα :x
ReplyDeleteη πρόσκληση έγινε δεκτή...
ReplyDeleteτο κείμενο γράφηκε...
την καλημέρα μου...
ευχαριστώ πολύ...
Πολύ ζωντανή περιγραφή
ReplyDeleteΠανέμορφες εικόνες...
Πολύ καλό.
Hello! this work is very good, thank you
ReplyDeletehave nice wkend
Πολύ ωραίο!
ReplyDeleteΌλοι το φχαριστηθήκαμε!
Τι όμορφα...!!
ReplyDeleteΔύσκολο κι ωραίο παιχνίδι βρήκατε...!
Σματς!
Πολύ όμορφο!
ReplyDeleteσε φώναξα στο μπλογκ μου για να παίξεις με τις κούκλες σου..
ReplyDeleteΕκπληκτικό...
ReplyDelete:)
Καλα απιστευτο!!!Μια εκπληξη ηταν!Πολυ ομορφο...!Σαν να το εζησα κοιτωντας απο μια πλευρα!:)
ReplyDeleteΣυγχαρητηρια φεγγαρενια:):):):)!!!!!
ΠΟΛΛΑ ΦΙΛΙΑ
Ημουν σε μια γωνια και τα εβλεπα ολα ολοζωντανα μπροστα μου!
ReplyDeleteΕτσι ενιωσα!
Ο κόσμος είναι μικρός... αλλά αχόρταγος:
ReplyDeletehttp://blowyourheadoff.wordpress.com/
(Ο Βου καλοδέχτηκε τα φιλιά σας και σας τα ανταποδίδει εν αφθονία)
Είναι εξαιρετικό!
ReplyDeleteΚαλούμε και προσκαλούμεν σας στο παιχνίδι των ταινιών. Δέχεστε; (ουπς σαν πρόταση αρραβώνος ακούστηκε..) :)
ReplyDelete@..george..
ReplyDelete@..mist..
@..φυρδην-μιγδην..
@..μεθυσμενα χρωματα..
@..dolphin..
@..sevarose..
@..desposini savio..
@..γιωργο..
@..marko..
@..ασκαρδαμυκτι..
@..παιδισκη..
@..leon..
@..ghost-hunter-gr
@..ανατολη..
@..annamaria..
@..alepou..
@..katerina..
σας ευχαριστω παρα πολυ..την καληνυχτα μου και τα φιλια μου..
@..kopoloso..το ποσο μικρος ειναι ο κοσμος αποδεικνυεται καθημερινα..
ReplyDeleteμα αυτη ειναι κι η ομορφια του..
ενα βημα παραπερα τους ιδιους αγαπημενους να βρισκεις..
την προταση την δεχομαι διοτι ειναι και προκληση..λιγο δυσκολη τη βλεπω βεβαια (ηδη μια προσπαθεια την εχω κανει)αλλα θα προσπαθησω..:)την καληνυχτα μου στο Βου..
Μολονότι έχω και δυό άγνωστες λέξεις (γιοφκάδες, χαχαλιές) καταλαβαίνω τι θέλουν να πουν, νομίζω, και κρατάω τις ζωντανές εικόνες, τα έντονα χρώματα, το αναψοκοκκίνισμα μέσα κι έξω!..
ReplyDelete@..asteroid..χαχαλια ειναι η χουφτα απο οτι μου εξηγησε ο μελομενος,και γιοφκαδες ειναι οι χυλοπιττες..
ReplyDelete