Sunday, August 29, 2010

αλμυρό, ζεστό χθες..

Μια ζωή σε θυμάμαι να προσπαθείς να προσαρμοστείς..
Κουρνιασμένη σε μια αμμουδερή γωνιά, κοιτάς το διάφανο μπλε του νερού και μου μιλάς με φωνή ανίκανη να βρει τις ισορροπίες ανάμεσα σ ένα αλμυρό, ζεστό χθες και ένα βροχερό, ψυχρό αύριο.
Σκουπίζεις από τις γυμνές πατούσες σου τα φύκια, ανακατεμένα με την άμμο και φτιάχνεις παπούτσια από υγρά φύλλα δέντρων στα κόκκινα χρώματα του φθινοπώρου.
-Θέμα ημερών είναι.. τέλειωσε μου λες..

Friday, August 27, 2010

κουβέντες της θάλασσας

Ήταν αφοσιωμένη στις σελίδες ενός βιβλίου, κάθε τόσο έπινε μια γουλιά από τον καφέ της.
''Τσιγάρο;'' πρότεινα.
Πήρε ένα άφιλτρο από το πακέτο, γύρισε προς τα δεξιά, έτσι ώστε να προφυλάσει την φλόγα του αναπτήρα από τον αέρα και φύσηξε με δύναμη τον καπνό.
''Δεν μ αρέσουν οι άνθρωποι που έχουν ένα μόνιμο παράπονο'' είπε, '' αυτοί που ολοφάνερα θα έπρεπε να παιρνούν καλά, κι αντί για αυτό ζητούν πάντα κάτι άλλο από αυτό που έχουν, κάτι άλλο που θαρρείς επίτηδες δεν έρχεται, γιατί η γκρίνια τους θρέφει, κι αν ακόμη έρθει, έχουν ήδη περάσει στην επόμενη φάση όπου ζητούν και πάλι κάτι τρίτο ή τέταρτο''
''Λένε μερικοί πως τα ζητούν όλα, μα το ''όλα'' ειναι σχετικό και διαφορετικό στον καθένα, κι αυτό το ''όλα'' το δικό σου γιά μένα να είναι το ''τίποτα'', υποκειμενικό κι αμφίβολο.''
''Κι η ομορφιά του ανθρώπου είναι να ξέρει να ευχαριστιέται, ούτε πρόσωπο, ούτε σώμα, ούτε τίποτα από όλα αυτά, μόνο η αύρα που αφήνει ο καθένας κι η εσωτερική πληρότητα που την κάνει τόσο διαφορετική!''

Έσβησε το αποτελειωμένο τσιγάρο σ ένα σταχτοδοχείο γεμάτο ως τη μέση με άμμο κι έφυγε προς τη θάλασσα.. πριν προλάβω να την δω είχε βουτήξει σ ένα νερό κρύσταλο, να το πιείς στο ποτήρι..

Thursday, August 26, 2010

Του Αιγαίου

Ο έρωτας
Το καράβι του
Κι η αμεριμνησία των μελτεμιών του
Κι ο φλόκος της ελπίδας του
Στον πιο ελαφρό κυματισμό του ένα νησί λικνίζει
Τον ερχομό.

Toυ Αιγαίου
Οδ. Ελύτης

Monday, August 23, 2010

μιά δαγκωματιά πορτοκαλί

Κοιτάζω και ξανακοιτάζω τις φωτογραφίες, βρίσκομαι σ ένα καράβι, ταξιδεύω, βλέπω ένα βουνό, στην αρχή θολά, σχεδόν διάφανα, μετά γίνεται νησί, μια άγρια σκληρή θάλασσα γύρω γύρω, σπίτια γερμένα σ ένα βράχο κι ένα ολοστρόγγυλο λιμανάκι..

..ξανακοιτάζω τις φωτογραφίες, ξαναβρίσκομαι σ ένα καράβι, ξαναταξιδεύω..

..ξανακοιτάζω τις φωτογραφίες, ξαναβρίσκομαι σ ένα καράβι, ξαναταξιδεύω..

Saturday, August 21, 2010

μπαρ Φλωμπέρ

Eγώ έναν ίλιγγο αισθανόμουν... Ίλιγγος. Άνοδος και πτώση. Ο ερωτευμένος αφήνει ίχνη στο σώμα της καλής του, κι ύστερα την κοιτάζει από ψηλά. Ίλιγγος. Η ναυτία που φέρνει η κάθετη απόσταση. Του νου απ' την καρδιά. Ο ερωτευμένος αγγίζει την αγαπημένη του, της κάνει έρωτα, την καταστρέφει. Άνοδος και πτώση. Ο Ματθαίου, το '75, στα μισά του βίου του, του βιολογικού, του ερωτικού του βίου, στην κορύφωση του, βρίσκεται ξαφνικά στο δικό του μαύρο δάσος. Κι εκεί ολόκληρη η ζωή του, η ζωή που ως τότε ήξερε, είναι πιά χαμένη. Έχει δει πιά. Έχει δει με τα μάτια της ψυχής κι έχει καταλάβει. Τέτοια ομορφιά δε πρόκειται να ξαναζήσει. Η φθορά έχει αρχίσει. Ο έρωτας ο ίδιος δεν έχει πάθει τίποτα. Ο Ματθαίου είναι που παθαίνει. Και γι' αυτό νοσταλγεί στην υπόλοιπη ζωή του αυτόν το σκοτεινό παράδεισο. Το μαύρο δάσος, που για τον Ματθαίου άρχισε σε ένα μπαρ. Ένα μπαρ με το όνομα Φλωμπέρ.


Από το βιβλίο του Αλέξη Σταμάτη, ''μπαρ Φλωμπέρ''

Tuesday, August 17, 2010

κάτι διαφορετικό

Δεκαπενταύγουστο, είμαι στο φουλ του καλοκαιριού, και γεύομαι εκείνο το εσωτερικό μέρος του ροδάκινου που είναι κόκκινο, το πιό γλυκό σε κάποιες ποικιλίες, που ακουμπάει στο κουκούτσι. Τρέχουν τα ζουμιά, έχουν λερωθεί χέρια, γύρω γύρω στο στόμα, έχουν φτάσει στην κοιλιά, φοράω μαγιώ, ακόμη με χωράει εκείνο το κόκκινο, διαβάζω το ''μπαρ Φλωμπέρ'', μ αρέσει, έχω καιρό να νιώσω βιβλίο να με παρασέρνει έτσι, το πιάνω με τα χέρια μου που έχω καθαρίσει με θάλασσα, έχω βουτήξει ολόκληρη στη θάλασσα και στραγγίζω και οι σελίδες κατσαρώνουν όλες μαζί, και μετά έρχεται σωρός από άμμο, που κολλάει στο δέρμα, βοηθάει το αλάτι και το αντιηλιακό, την διώχνω με ότι βρίσκω καθαρό, όσο διώχνω τόσο κολλάει..
Δυό μέρες μετά έρχεται ένα αεράκι κι ακούω την μάνα μου μ εκείνη τη φωνή που δείχνει να ξέρει πολλά να λέει..
-είδες;
-τι ρε μάνα;
-αλλάζει ο καιρός
-πότε ρε μάνα, ντάλα καλοκαίρι ακόμη..
κούνημα του κεφαλιού, χείλια τσιτωμένα, ψιθύρισμα μέσα από τα δόντια..
-ξέρω εγώ
απορεί που δε το βλέπω κι εγώ αυτό που ξέρει, με δροσίζει το αεράκι που όμως έχει κάτι το αλλιώτικο σήμερα, βρε λες να τρελαίνομαι, όμως σα να κουβαλάει μια ανεπαίσθητη ψύχρα μαζί του, μη και να έχει δίκιο η μάνα που διαισθάνεται τα σημάδια;
Μάλλον τρελαίνομαι, μ έχει κάνει λάσπη η ζέστη κι ονειρεύομαι χειμώνες στην καρδιά ενός καλοκαιριού που όμως είναι όμορφο..
Όμορφο, είναι ότι με αποφορτίζει και μου γεμίζει ξανά τις μπαταρίες. Ότι μου δίνεται και σε ότι δίνομαι..

Μωρέ δε θέλω να τελειώσει αφού το ευχαριστιέμαι ;))))))

η φωτό από Σαμοθράκη, στο λιμανάκι κάτω απο τα Θέρμα

Monday, August 16, 2010

η επόμενη μέρα

Mισώ τις άδειες πόλεις.
Συχαίνομαι τις αργίες, αυτές τις περίεργες μέρες που με κάνουν να νιώθω πως κάποιοι με έχουν ξεγελάσει, σα να παίζαμε όλοι μαζί ένα παιχνίδι, κρυφτό ας πούμε, εγώ να τα φυλούσα κι όταν άνοιξα τα μάτια μου όλοι είχαν να εξαφανιστεί.
Γλυκαίνουν τα πεζοδρόμια όταν περπατάνε άνθρωποι επάνω.
Ομορφαίνουν οι δρόμοι με τα αυτοκίνητα.
Δίνουν ζωή οι ανοιχτές πόρτες των μαγαζιών.

Το ταβερνάκι στα Λαδάδικα, καταμεσήμερο ήταν άδειο. Εμείς, που πιάσαμε το τραπέζι στη δροσιά, δυό αγόρια, και δυό μοναχικές κοπέλλες. Απέναντι, στο Ζύθο, αχνοφαινόταν κάτι κεφάλια στο εσωτερικό του μαγαζιού. Στην αυλή ένα ζευγάρι. Όλα τα υπόλοιπα άδεια!

Στο σπίτι, ένα κλιματιστικό και από ένας ανεμιστήρας σε κάθε δωμάτιο. Στο φουλ. Ζέστη πολύ. Στον ύπνο μου είδα πως είχαν λιώσει οι τοίχοι του σπιτιού από την τόση ζέστη..
Αναχωρήσεις και αφίξεις. Προορισμοί κι επιστροφές. Στίβες από αλάτι, άμμο και ρούχα.
Γεμίζω ένα μπωλάκι πλαστικό μ ένα υγρό που μου θυμίζει τη θάλασσα στο Μύρτο της Κεφαλονιάς.

Έχω πράγματα στο μυαλό μου. Έχω πολλά σου λέω, μα τίποτα δε βάζω μπροστά. Ίσως να είναι η κούραση, ίσως η απογοήτευση, ίσως και η τελειομανία.
Υπάρχουν λέει δυό περιπτώσεις τελειομανίας, αυτή που συνεχώς ασχολείσαι, διορθώνεις, φτιάχνεις αρρωστημένα, κι η άλλη που δεν ακουμπάς τίποτα, με το σκεπτικό πως δε θα μπορούσε ποτέ να γίνει τέλειο.. ή όλα ή τίποτα..

Άντε έλα να παίξουμε ένα τάβλι.. είμαστε ήδη 2-0.. στα 7 δεν είπαμε;
Άλλωστε σήμερα είναι η επόμενη μέρα.. το καλοκαίρι μας άφησε ήδη να δούμε ένα κομματάκι από τον σχισμένο του ποδόγυρο και ο Σεπτέμβρης που δεν αργεί κρύβει πάντα μια νέα αρχή!

Friday, August 13, 2010

είμαι εκεί

.. είναι που τις νύχτες βάφω τα βλέφαρα με σκουριά και οι μέρες μου πλημμυρίζουν από μπλε κι αλμύρα..

Wednesday, August 11, 2010

όπιο

Όπιο
Έρχεται και κολλάει στο τέλος της μέρας με χρώματα μεθυστικά.
Το αυτοκίνητο παίρνει ανεβαίνοντας τις στροφές, γυρίζω πίσω.. κοιτάω.. η θάλασσα με την ηρεμία μιας λίμνης ντυμένη, και το φως συγκεντρωμένο ολόκληρο σ ένα τεράστιο ΡΟΖ δίσκο που λιώνει..
Στροφές.. ύψωμα.. δέντρα.. το χάνω.. στραβολαιμιάζω..το βρίσκω πάλι.. είναι δικό μου..
Ως να φτάσουμε επάνω, έχει κρυφτεί ο μισός πίσω από σύννεφα γαλήνια.. αδύνατο να σκεφτώ.. να θυμηθώ.. μόνο αγαπάω, μαγεμένη!
*η φωτό από Σαμοθράκη, ψηλά από τον Πρ. Ηλία
*ακούγοντας το only you

Monday, August 09, 2010

μοιραία συνάντηση

δυο ζευγάρια σανδάλια, σώματα που κουμπώνουν, βλέμματα αγαπησιάρικα, στόματα ξελιγωμένα μετά τις εξερευνήσεις και τη θάλασσα, μια ζωγραφιά από σπιτάκια σκαλωμένα σ ένα βράχο, ο ήλιος που βασιλεύει σε τόνους του ροζ και του μωβ, ένα κομμάτι καθαρού ουρανού και μουσικές συνθέσεις φτιαγμένες μοναδικά για τέτοιες στιγμές..
*ακούγοντας το χαμόγελο της τζοκόντας κι εδώ κι εκεί
*η φωτογραφία από τη χώρα της Σαμοθράκης

Friday, August 06, 2010

''πίσσα και πούπουλα'' στη Σαμοθράκη

Nα φροντίσω να ξεχάσω
❤πως το νησί σε γενικές γραμμές ήταν ατημέλητο και παρατημένο
❤πως με το που έφτασα και είδα, ήθελα να φύγω
❤πως οι παραλίες ήταν μόνο δύο, η εξής μία, παχιά άμμος
❤πως αυτές οι δυο παραλίες, οι κήποι και η παχιά άμμος, βρισκόταν στις δύο άκρες του νησιού, σε 50 χλμ η μια απόσταση από την άλλη και πως η όλη ενδιάμεση ακροθαλασσιά δε βλεπόταν, για κολύμπι ούτε συζήτηση
❤πως όταν λέμε το νησί έχει πράσινο εννοούμε κάτι οάσεις με χχμμμ κακοφαγιασμένα πλατάνια
❤πως όταν λέμε πρώτη γριά βάθρα δε πρόκειται για τίποτα περισσότερο από τις γούρνες που υπήρχαν στο χωριό της γιαγιάς μου και από εκεί έπιναν νεράκι οι αγελαδίτσες μας
❤πως όταν λέμε το νησί έχει καλό φαγητό εννοούμε ένα μέσο τουριστικό και πολύ μας είναι
❤πως το δωμάτιο που μέναμε είχε κοινή βεράντα
❤πως οι αξιαγάπητοι ιδιοκτήτες δεν μας άλλαξαν 5 βράδια ούτε μια φορά σεντόνια, κι όταν το αναφέραμε ως παράπονο στο τέλος, μας είπαν ''και καλά γιατί δε μας το ζητήσατε;''
❤πως δε βρήκα θέματα για όσες φωτογραφίες θα ήθελα
❤τα παιδιά των λουλουδιών, έτσι ονόμασα όλα εκείνα τα παιδιά με την ίδια κοψιά, το ίδιο χρώμα, το ίδιο μήκος και χτένισμα μαλλιών, το ίδιο ξυπόλητο περπάτημα, την ίδια μάρκα και μυρωδιά ''καπνού'', το ίδιο απλανές βλέμμα

Θα θυμάμαι για πάντα
❤πως είδα την πιό γραφική χώρα
❤πως έπαιξα το πιό ωραίο τάβλι κάτω από ένα τεράστιο πλάτανο, σ ένα γραφικό καφενεδάκι κι ας έχασα
❤πως τα κορίτσια που έφερναν τα καφεδάκια στην παχιά άμμο ήταν πάρα πολύ ευγενικά
❤πως οι επισκέπτες του νησιού ήταν πολύ επικοινωνιακοί, φαίνεται πως όλη αυτή η άμεση επαφή με την άγρια φύση μας αλλάζει θετικά έστω και για λίγο
❤πως είναι γούρι να βλέπεις τόσα κατσικάκια παντού
❤πως ήπια την πιό νόστιμη καιπιρίνια με την πιο όμορφη θέα
❤πως ξεδίψασα με την πιό δροσερή λεμονάδα με μέλι και κανέλα
❤πως άκουσα μέσα στη νύχτα το επαναλαμβανόμενο σφύριγμα ενός φιδιού
❤πως όταν έχεις δωμάτιο με κοινή βεράντα πιάνεις εύκολα κουβέντα με τους γείτονες
❤πως περπάτησα σε ένα από τους ομορφότερους αρχαιολογικούς χώρους
❤πως χαλάρωσα, και ξέχασα την κίνηση και τον πανικό της πόλης
❤πως έβγαλα κάμποσες φωτογραφίες κι ας μην ήταν όσες θα ήθελα
❤πως αμάρτησα δις απολαμβάνοντας ''πίσσα και πούπουλα'', νοστιμότατο σουφλέ σοκολάτας με μπάλα παγωτού βανίλια
❤πως τελικά έμεινα, πέντε ολόκληρες νύχτες και είμαι σίγουρη πως κάποιο καλοκαίρι θα ξαναπάω



μια μέρα

  χρόνος τότε που σκοτώναμε το συναίσθημα,  κι ενώ η ψυχή έλεγε ναι,  εμείς επιλέξαμε το όχι νοσταλγία ο τρόπος που σήκωνες ψηλά τα μανίκια ...