Sunday, January 04, 2009

ανείπωτη αγκαλιά

Γιά να νοιώσει τις εποχές, χρησιμοποιούσε όλα τα αισθητήρια όργανα.
Πρώτα πρώτα το φως, το φως που έπαιζε με τις σκιές σ αυτό το βρωμιάρικο κελί της.
Καλοκαίρια την χάιδευε σαν εραστής, χειμώνες την βύθιζε σ ένα ελαφρύ σκοτάδι.
Την βροχή, την βροχή την άκουγε να γλυστράει με δύναμη, από τα ακρόστεγα στο λούκι κι από κει στο χώμα, κι αυτό να ρουφάει με λύσσα το νερό.
Οι αστραπές βίαζαν το μικροσκοπικό παράθυρο, και φώτιζαν το δωμάτιο γιά μιά στιγμή, κι ύστερα γιά μιά άλλη.
Να τώρα σταμάτησε, σκεφτόταν, σκεφτόταν και περίμενε.
Κι ύστερα ερχόταν ο παφλασμός. Σα κύμα που σκάει σε βράχο. Τόσα χρόνια τώρα πίστευε πως εκεί γύρω πρέπει να είχε θάλασσα. Ποτέ δεν την είδε. Την μύριζε. Φύκι κι αλμύρα όταν φύσαγε νοτιάς.

Με το νου της έπλαθε εικόνες, θα έχουν πέσει σίγουρα τα φύλλα των δέντρων, ή η γη θα ανθίζει, ένα αυτοκίνητο σταματάει, ένας κήπος, μιά πόρτα, ένα μαχαίρι, όταν το σκεφτόταν αυτό σφάλιζε με δύναμη τα μάτια της ποιός ξέρει γιατί.
Αρνήθηκε να εξηγηθεί. Απαξίωσε να εξηγήσει, ούτε τότε στο δικαστήριο, ούτε καν στον εαυτό της καιρό μετά. Καμμιά αθωότητα δεν υπερασπίστηκε. Καμμία ενοχή δεν παραδέχτηκε.

Τσιγάρο στην αυλή. Τις τελευταίες μέρες έβλεπε βαρύ το χιόνι στο θολωτό από πάνω της. Παφ και νιφάδα. Παφ και νιφάδα! Άντε και καμμιά κουβέντα με τις υπόλοιπες, ξέρεις από αυτές τις ελαφριές της φυλακής.

Σήμερα την ξύπνησαν πρωί.
Έγινε δεκτή η αίτηση χάριτος.
Σηκώθηκε και έβγαλε από μιά τσάντα, χωμένη βαθιά στην κοιλιά του κρεββατιού, ένα σορτσάκι και μία μπλούζα, κοντομάνικη.
Μ αυτά την είχαν φέρει, μ αυτά θα έφευγε.
Τα φόρεσε, την πήρε παραμάσχαλα και βγήκε έξω. Άδειο το προαύλιο. Ούτε που την περίμενε κανείς, ούτε που περίμενε κανέναν. Πόνεσαν τα μάτια της από το απότομο φως.
Γρήγορα την τύλιξε το χιόνι.
Με πρόσωπο κενό, κλειδωμένο και βήματα αργά, έψαξε την θάλασσα.


Τη θάλασσα δεκατέσσερα χρόνια είχα να τη δω
υποθέτω πως έτσι ξαναγεννιέται κανείς
ανοίγοντας τον εαυτό του μοιρογνωμόνιο του ορίζοντα
σε μιαν ανείπωτη αγκαλιά
για τη μητέρα του κόσμου, τη θάλασσα


Έβγαλε τις κάλτσες της και βούλιαζε μιά στο νερό και μιά στο χιόνι.

Κι έπειτα θυμήθηκε αυτό που καιρό φοβόταν. Εκείνη τη φωτογραφία, την παλιοκαιρισμένη και σκισμένη, που έκρυβε στα σωθικά της τσάντας της. Έχωσε το χέρι, ψαχούλεψε, την βρήκε και την έβγαλε. Δίχως να την κοιτάξει, την κράτησε στην παλάμη της, ώσπου σκεπάστηκε από ένα στρώμα λευκό.

Και μόνο τότε κίνησε να φύγει.

Οι στίχοι, οι σημειωμένοι με μπλε, της Λένας Πλάτωνος

16 comments:

  1. Η χειρότερη φυλακή είναι αυτή που χτίζουμε μόνοι μας γύρω από τον εαυτό μας...
    Και ο φόβος, ο χειρότερος δεσμοφύλακας.
    Ούτε να τον δωροδοκήσεις δεν μπορείς!
    Μόνο σκοτώνοντας τον ελευθερώνεσαι και γλυτώνεις.
    Καλό σου απόγευμα :)

    ReplyDelete
  2. @..lilith..

    κι αλλες φορες ειναι η φυλακη που εχουμε μπει απο αναγκη, κι αλλες ειναι η αναγκη να κτισουμε μια φυλακη γυρω μας..

    κι αλλες παλι ειναι μια φυλακη αληθινη, οπου μπαινουμε γιατι καποιοι μας καταδικασαν, δικαια ή αδικα ποιος ξερει;

    με ενεπνευσαν οι στιχοι της λενας πλατωνος..
    εκπληκτικοι!!!

    ReplyDelete
  3. "να φύγει..." Για πού;Η ψευδαίσθηση του "φεύγω" είναι πιο ισχυρή από την αλήθεια του "μένω"...

    φιλί

    ReplyDelete
  4. εξαιρετικο!

    καλο βραδυ

    ReplyDelete
  5. Η χειρότερη φυλακή είναι αυτή της ψυχής,
    με ήλιο με βροχή με αέρα με χιόνι
    με θάλασσα με βράχια..
    παντού και πάντα...μα το κλειδί της φυλακής ο καθένας το φυλά στην τσέπη του...

    ΥΠΕΡΟΧΟ!!

    ReplyDelete
  6. @..ψυχη μου..

    καθε τι ερχεται στην ωρα του, κι η δεσμευση, κι η ελευθερια, κι οι αποφασεις, και οι επιλογες..

    υποθετω πως μετα απο 14 χρονια φυλακισης θα ειναι πολυ δυσκολο το ΠΟΥ και το ΠΩΣ..ιδιαιτερα εαν δε σε περιμενει κανεις..

    ειχα δει μια πολυ καλη ταινια το καλοκαιρι σ ενα θερινο κινηματογραφο, με την κριστιν σκοτ τομας..
    εδειχνε τις δυσκολιες ενος ανθρωπου που εχει τελειωσει με την ποινη του..
    δυσκολιες απο παντου, ακομη και απο το πολυ πολυ κοντινο περιβαλλον..
    ποιος δεχεται αλλωστε πως αυτο που συνεβει ΤΟΤΕ, ηταν αυτο και παει τελειωσε..πως ηταν κατι κατω απο συγκεκριμενη στιγμη, ωρα. χρονο, σκεψη κλπ κλπ..

    καλο βραδυ γλυκια μου

    ReplyDelete
  7. @..ορελια..

    μεχρι και σε μενα αρεσε ;)

    φιλι
    καλο βραδυ!!!

    ReplyDelete
  8. @..αναστασια..

    μα ναι, η φυλακη της ψυχης ειναι πολυ πιο δυσκολο να ξεκλειδωθει..
    μερικες φορες δεν εχεις καν την συναισθηση της αθωοτητας σου..
    ή των πραξεων σου!!

    φιλι

    ReplyDelete
  9. Εμείς είμαστε οι δεσμοφύλακες της ψυχής μας, εμείς κρατάμε τα κλειδιά και όποτε θέλουμε ανοίγουμε και κλείνουμε την πόρτα του κελιού μας. Εκτός κι αν η φυλακή είναι στην κυριολεξία φυλακή, σωφρονιστικό ίδρυμα. Εκεί μόνο περιμένεις τη στιγμή που θα σου ανοίξουν την πόρτα προς την ελευθερία.

    ReplyDelete
  10. Έξοδος στο φως, στη ζωή, στη θάλασσα τη μεγάλη μητέρα που όλα τα υπομένει μέσα της και μας αναγεννά ... ξανά και ξανά...

    Αλμυρό ταξίδι καλή μου... Αλμυρό

    ReplyDelete
  11. Η μεγαλύτερη ελευθερία μέσα σε μια αγκαλιά....
    Πανέμορφο.
    Καλησπέρα είπα;

    ReplyDelete
  12. @..δημιουργια..

    ακομη και οι ανθρωποι που ζουν σ ενα σωφρονιστικο ιδρυμα καποιο κομματι της ζωης τους, εχουν συναισθηματα, δεν εχουν;

    ιδιαιτερα αυτοι που δεν εχουν να αποδειξουν, ουτε αθωοτητα, ουτε ενοχη..

    ομως αυτο το τελευταιο μπορει να συμβει και στον καθενα..
    οταν οι πραξεις σε οδηγουν, κι οχι εσυ αυτες..

    καλημερα
    σε φιλω!!!

    ReplyDelete
  13. @..odoipore..

    κι οταν η θαλασα παιρνει εκεινο το χρωμα του λευκου, του ΟΛΑ και του ΤΙΠΟΤΑ, τοτε ναι, ένα σημαδάκι ειμαστε στην αγκαλια της

    σε φιλω!!!

    ReplyDelete
  14. @..δημητρα μου..

    την καλησπερα μου..

    σε φιλω
    :))))

    ReplyDelete

τί άλλο να πεις;

  Μπαίνεις σε ένα δωμάτιο και μοιάζει παγωμένο.  Σκουπίδια εδώ κι εκεί,  σκόνη πολύ.  Οι καρέκλες άδειες και οι θεατές ανύπαρκτοι.  Όσο και ...