Thursday, October 09, 2025

το τσαγιερό

 



 
 
Ερχόταν ο αέρας με ορμή,  τα δέντρα λύγιζαν, τα ανθάκια σκόρπιζαν στο πλακόστρωτο,  τα κλαδιά γυμνώνονταν από φύλλα,  οι εργάτες αποκολλούσαν με προσοχή τις κεραμικές πλάκες της βεράντας,  καλύτερα να επιδιορθώσεις κάτι παρά να το πετάξεις,  δούλευαν από νωρίς το πρωί ως αργά το απόγευμα και με τα 4 στιβαρά χέρια τους,  αδιάκοπα,  ο αέρας σήκωνε τα μαλλιά τους και έτσουζε τα μάτια τους,  δυσκόλευε τις ζωές τους χτυπώντας με δύναμη το πρόσωπο,  καθώς ήσαν αφιερωμένοι σε μια επίπονη διαδικασία από την αρχή ως το τέλος.  Κι εσύ επιστρέφοντας,  φορούσες τις χνουδωτές σου τις παντόφλες κι έλεγες πως η βόλτα στο δάσος,  έμοιαζε με αντίδοτο στην σπατάλη των συναισθημάτων και στην ανάγκη για ικανοποίηση.  Έβαλες τσάι ζεστό από το τσαγιερό,  τα βοτάνια μοσχομύριζαν και το πολύτιμο πουλί που έφερες μαζί σου από το δάσος μιλούσε στη γλώσσα των ανθρώπων.  

 

Wednesday, October 08, 2025

τραπέζι


 

Στο τραπέζι της εισόδου,  ένα βάζο με φρέσκα χρυσάνθεμα,  ένα καπέλο ψαθί μετά από ένα περίπατο που κουβαλά την μυρωδιά του ήλιου,  τη σκόνη των φύλλων,  το απαλό βάρος των χρόνων στα ξέφτια του.  

Ένας κήπος απλωμένος ήσυχα στα πόδια του σπιτικού.  Το χορτάρι ευωδιάζει λεμόνι και χώμα,  οι χρυσόμυγες κινούνται αεράτες και οι πέτρες θυμούνται λιακάδες και καταιγίδες.  Ένας τόπος που δημιουργεί τέχνη και μόνο που υπάρχει.  Εδώ, η έμπνευση εμφανίζεται ακούσια ακόμη κι όταν δεν την αναζητήσεις.  Μακάρι να είχα τη δυνατότητα να πιάσω το ύφασμα,  να τοποθετήσω το κάθε κομμάτι δίπλα στο άλλο,  να αφήσω τις αποχρώσεις να μιλήσουν μεταξύ τους.  Να έχω τον έλεγχο,  να δυσκολεύομαι,  να δυσανασχετώ και τέλος τέλος να με οδηγεί το ίδιο το υλικό σε ένα αποτέλεσμα που δεν είχα σκεφτεί καθώς θα συμβεί η ισορροπία ανάμεσα στο χρώμα,  το ύφασμα και την κλωστή.  


Tuesday, October 07, 2025

γλυκιά σιωπή


 

 Πρόκειται για μια γλυκιά,  γεμάτη αναμονή σιωπή,  διαφορετική από τη σιωπή ενός πρωινού στο δάσος,  ακόμη κι από τη σιωπή ενός άντρα που κάθεται σε μια μαλακιά πολυθρόνα και ρεμβάζει από το παράθυρο.   Δεν μοιάζει με τη σιωπή ενός διαμερίσματος στην πόλη.  Ούτε με τη σιωπή μιας σταγόνας αίματος που κυλάει στο δέρμα από μια πληγή,  ή τη σιωπή της μοναξιάς μιας γυναίκας που προσπαθεί με ελπίδα να ξαναβρεί τον εαυτό της.  

Είναι η χαρωπή σιωπή ενός σπάγκου δεμένου στο δάχτυλο ενός κοριτσιού που θέλει να κρατήσει σαν μπαλόνι,  έναν ροζ,  πελώριο ήλιο, ένα καλοκαιρινό πρωινό στο πήλιο,  βουτηγμένο τρυφερά σε ήρεμα,  ασημένια νερά.


Monday, October 06, 2025

δικαιοσύνη

 

 

Να κοίτα,  κοιμάται ένα πουλί στο παράθυρο μου κάθε νύχτα,  ονειρεύεται στ' αλήθεια,  και κάθε πρωί,   δημιουργεί χώρο να αναπνεύσει,  να τολμήσει,  να παίξει,  να προσευχηθεί για όσα αγωνιά κι όσα ελπίζει,  και να χτυπήσει τα φτερά του  τόσες φορές ώστε να φύγει ελεύθερο μακριά,  εκεί όπου τα περιστέρια τσιμπούν με το στόμα τους ένα κλαδί ελιάς και μεταφέρουν ειρήνη και δικαιοσύνη διαλύοντας τον παλιό και δημιουργώντας ένα καινούργιο κόσμο στηριζόμενο στη λογική των πολλών και όχι στην ευκολία των λίγων.  Γιατί η ελευθερία του χώρου και του χρόνου δεν είναι προορισμός,  είναι ρυθμός,  επανάληψη,  αγώνας κι αξιοπρέπεια.

 


Sunday, October 05, 2025

αγάπη

 

 

Δεν σε τρόμαζαν,  ούτε ο αέρας ούτε η βροχή,  έβγαινες ορμητικά στους δρόμους,  χωρίς αντιανεμικό,  χωρίς αδιάβροχο,  ταξίδευες με τραίνα,  λεωφορεία κι αεροπλάνα,  στον δικό σου χρόνο,  αντιδρούσες σαν γάτα με νύχια μακριά ξύνοντας τον ορίζοντα,  πείσμωνες,  σήκωνες κάστρα,  κι εγώ ακολουθούσα,  κρατώντας ισορροπία στα νήματα,  μη μου πέσεις,  μη μου χτυπήσεις,  μη μου ξεφύγεις,  μα ούτε εσύ ήσουν κούκλα ούτε εγώ μαριονετίστας κι όσο προχωρούσες,  ένα βήμα πιο μπροστά,  κι ακόμη ένα,  εγώ έλυνα σιωπηλά το δέσιμο.  Γιατί η αγάπη που φυλακίζει,  όσο κι αν δείχνει χρυσή,  μένει πάντα στο κλουβί,  σαν πουλί αφτέρουγο.  Κι εγώ,  από την αρχή που σε γνώρισα,  το μόνο που επιθυμούσα ήταν να έχεις πελώρια,  αστραφτερά φτερά.   


Saturday, October 04, 2025

συνδέσεις


 

Ανακάλυψα γέφυρες,  να περάσω το μεγάλο ποτάμι που χώριζε τα σπίτια μας στην άνω και στην κάτω μεριά.  Μου άρεσε ο ανηφορικός δρόμος,  τα εστιατόρια,  το ζαχαροπλαστείο και το μέρος όπου καθόμασταν,  μέσα στο άλσος με τις μανόλιες.  Έχω την πεποίθηση πως βγήκα από το μεταξένιο μου κουτί από ανάγκη να ποτίσω με πληρότητα την έλλειψη,   τροποποιώντας τα ζύγια μου,  φόρεσα παπούτσια από πανί ανθεκτικό στον άνεμο,  σταθεροποίησα το στέμμα της αξιοπρέπειας στο κεφάλι,  και άφησα να βλαστήσουν στις πλάτες μου φτερά.  Κι η καρδιά μου ιλαρή,   κάθε φορά χτυπούσε όλο και πιο δυνατά.  Σαν σχοινοβάτης που ισορροπεί στο σχοινί έμαθα πως οι άνθρωποι αλλάζουν όταν νιώσουν ότι σ' αυτή τη νέα ισορροπία θα σταθούν πιο αληθινοί.  Μα δεν γίνεται ανεμπόδιστα,  δεν έχω ένα μηχανισμό και διακόπτω ή επαναφέρω την διακοπή.  Θέλει δύναμη ψυχής  πείσμα και επιμονή,  κυρίως ένα καλοδουλεμένο ''εγώ''  που να αντέχει το απρόβλεπτο αλλά και το βλέμμα του καινούργιου του εαυτού.  


Thursday, October 02, 2025

η διαφορά

 

 

 

Μια σιωπηλή φωνή,  με τραβούσε από το μανίκι.  Ανασκουμπώθηκα.  Τί είδους διαφορά ήθελα να κάνω;  Αποφάσισα!   Έσβησα από τους χάρτες μου όλα τα στρατόπεδα,  έριξα τις άμυνες κι άφησα τον χρόνο να φουσκώσει από αγάπη.  Τί είδους αγάπη;  Πρώτα πρώτα,  αλλοιώτικη από την παλιά.  Πιο βαθιά,  πιο πυκνή και πιο πηκτή σαν φρέσκια κρέμα φτιαγμένη με χωριάτικα αβγά και βούτυρο.  Θρεπτική και γενναιόδωρη.  Αγάπη κρυστάλλινη,  για έναν παράξενο λαγό με φτερά,  για μια μέλισσα με πόδια μακριά,  για μια πεταλούδα φερμένη από τον αντίποδα της γης,  για όσους ο χρόνος κι ο τόπος δεν φέρθηκαν καλά. Αγάπη για όλα όσα κράτησα αλλά και για όλα όσα πέταξα.    Αγάπη για το υπέροχο,  το θαυμάσιο,  το αξιαγάπητο στο χθες,  το σήμερα και το αύριο, που ήμουν εγώ αλλά που ήσουν κι εσύ.  


 

το τσαγιερό

      Ερχόταν ο αέρας με ορμή,  τα δέντρα λύγιζαν, τα ανθάκια σκόρπιζαν στο πλακόστρωτο,  τα κλαδιά γυμνώνονταν από φύλλα,  οι εργάτες αποκο...