Tuesday, August 28, 2018

περπατώντας στην παραλία





Έχει κάτι δραματικό,  τούτη η γωνιά της πόλης.  Σπασμένο πλακόστρωτο,  πέντε σκαλιά,  γλειμένα από το θαλασσινό νερό θαρρείς από αιώνες, σε φέρνουν στο ίδιο ύψος με τη θάλασσα.  Σκουριασμένα σίδερα,  σπασμένα κάγκελα,  κι αν κοιτάξεις απέναντι,  χάνεσαι στο αγνάντεμα της πόλης.  Η πιο αγαπημένη ώρα λίγο μετά από αυτήν της φωτογραφίας,  όταν δύει ο ήλιος,  λυγίζει κουρασμένο το φως και δίνει τη θέση του στο σούρουπο και τα ηλεκτροφωτισμένα παράθυρα.
Ένα χάρτινο μεγάλο ποτήρι γεμάτο νόστιμο καφέ,  πλάι στη θάλασσα,  σου θυμίζει πως τα όρια της λογικής με τα όρια της τρέλας είναι ένα τσιγάρο δρόμος.  Κι όποιος αντέξει.  Δεν είναι έτσι όμως.  Κανένας στο τέλος δεν αντέχει,  όλοι λυγίζουν και αποτραβιούνται στη σιωπή.  Και η τρέλα μένει να αιωρείται άπραγη αλλά χορτάτη,  σαν θηρίο που κατέκτησε.
Σκέφτομαι τα χρόνια με την Α.  Ακόμη περνάω κάτω από το διαμέρισμα της.  Κοιτάζω επάνω.  Έχει τα παραθυρόφυλλα στην ανάκλιση.  Ξέρω πως λείπει ταξίδι.  Σε λίγες μέρες,  που θα είναι φθινόπωρο,  τα απογεύματα,  θα ανάβει το φως.  Δεν θέλω να σκέφτομαι πια,  πως κάποιος μπορεί να είναι μέσα.  Δεν θέλω να σκέφτομαι προβληματισμένους ανθρώπους.  Ούτε εμμονές,  ούτε απωθημένα που δεν ξέρουν που να διοχετευτούν.

Με πνίγω με χρώματα.
Και γεννιέμαι μέσα από αυτά!

1 comment:

  1. Η Φωτογραφία σου πολύ όμορφη μέσα στην απλότητά της. Υπέροχα χρώματα. Ο Λόγος σου ζεστός, ανθρώπινος, τρυφερός. Όπως πάντα. Την καλησπέρα μου.

    ReplyDelete

οι συγνώμες

  Μια μπουκιά ψωμί από της μαμάς το ζυμωτό,  χαλιά που περιμένουν να απλωθούν νωχελικά στο πάτωμα ώστε να προσθέσουν ζεστασιά στις χαμηλές θ...