η μοναξιά
Οι δρόμοι αδειάζουνε τις Κυριακές. Το ίδιο και τα διαμερίσματα.
Έψησε καφέ και βγήκε στο μπαλκόνι. Είχε μιά παράξενη λιακάδα σήμερα Μιά λιακάδα σιωπηλή κι ένας ήλιος πίσω από τα σύννεφα σε κίτρινο λεμονί.
Το συνήθιζε αυτό. Να πίνει τον καφέ της στο μπαλκόνι τις Κυριακές. Βούλιαξε στην φερ φορζέ πολυθρόνα, κι άναψε ένα τσιγάρο. Χθες ζήτησε από το περίπτερο, άλλη μάρκα από την συνηθισμένη. Γιά αλλαγή. Γιά να γουστάρει. Λίγο πιό βαριά, γιά να νιώσει τον καπνό να πικρίζει στην γλώσσα της.
Εξερεύνησε το περιβάλλον. Καμμία κίνηση από την γειτόνισα απέναντι. Μόνο οι γλάστρες να στολίζουν τη βεράντα και το πλακάκι φρεσκοπλυμένο από την χθεσινή βροχή.
Το ραδιόφωνο δυνατά, να φτάνει ως έξω το τραγούδι. Στην κρεββατοκάμαρα η τηλεόραση στο σιγανό. Γιά την αίσθηση της συντροφιάς.
Τι σου 'κανα και πίνεις, τσιγάρο στο τσιγάρο
κι είν' τα πικρά σου μάτια στο πάτωμα καρφιά
Τo νερό από τις μπλούζες και τα εσώρουχα που στράγγιζαν στά σκοινιά, έφτασε στα πόδια της. Πήρε το σφουγγαρόπανο.
Τα χείλη της στρογγύλεψαν, το ίδιο και τα μάτια. Σα να είχαν κρατήσει από την χθεσινή βροχή.
''Τσιγάροοοο στο τσιγάροοο'' επανέλαβε και άφησε τον καπνό της να ανακατευτεί με τον αέρα.
σ αγαπ-ώ-
Ποτέ δεν κατάλαβε τι ήταν αυτό που έκανε τις Κυριακές να έχουν μυρωδιά γλυκόπικρη. Η αίσθηση του ''τέλους''; Του τέλους της εβδομάδας που έφερνε δίχως διάκριση όλες τις θύμησες μαζί. Το τέλος της νεότητας, το τέλος μιάς φιλίας, το τέλος μιάς σχέσης..
Άναψε δεύτερο τσιγάρο να κρύψει το ντέρτι της σε τούφες πυκνού καπνού.
Στρογγύλεψε κι άλλο τα χείλη της.
Πες μου για δε μ' αφήνεις με δυο φιλιά να πάρω
απ' τα θολά σου μάτια τη μαύρη συννεφιά
Τον είδε προχθές. Τυχαία.
Είχε βγεί στην Τσιμισκή, μετά από μιά εκδήλωση και σχεδόν έπεσε πάνω του. Πως γινόταν κάθε φορά που θα τον έβλεπε τυχαία να το προαισθανόταν; Έτσι και προχθές βγήκε από το σπίτι μ αυτό το συναίσθημα, σχεδόν έψαχνε ανάμεσα στο πλήθος να τον ανακαλύψει.
Δεν της άρεσε αυτό που είδε, παρ όλο που το φως της νύχτας απάλυνε τα χαρακτηριστικά. Ένας ξένος, που ενώ σχεδόν έπεσε μπροστά του και τον κοίταγε γιά ώρα στα μάτια ούτε καν την πρόσεξε. Βιαστικός όπως πάντα και χαμένος στις σκέψεις του.
Δεν χάρηκε που τον είδε.
Δεν χάρηκε όπως τον είδε.
Έδειχνε κουρασμένος, αδυνατισμένος και γερασμένος. Τα μάγουλα του, κάτω από το μάλλινο τζόκευ έμοιαζαν στεγνωμένα και κρεμασμένα.
Πέρασαν τα χρόνια, αυτό μόνο σκέφτηκε. Σα νεράκι πέρασαν. Της ήρθε, αχ πως της ήρθε εκείνη την στιγμή, να τον πάρει στα χέρια της και να τον νταντέψει, Ακόμη και πνοή από την πνοή της αν της ζητούσε θα του έδινε. ''Έχεις κάποια να σε ρωτάει αν ντύνεσαι καλά;'' ήθελε να τον ρωτήσει. ''Κάποια που να τρέχει να σου θυμήσει να φορέσεις κάτι ζεστό τα κρύα πρωινά του Χειμώνα''; Ήθελε αλλά δεν είπε τίποτα. Τσιμουδιά. Μόνο η βροχή που είχε μπει στα μάτια της και της θύμιζε εκείνη την στενάχωρη ταινία που είχε δει προχθές στον κινηματογράφο.
Πον-ά-ω
Από χωρισμούς δεν ήξερε. Εννοούσε από πραγματικούς χωρισμούς. Χωρίζουμε, σε θυμάμαι έως ότου ρουφήξει την ανάμνηση ο επόμενος και τέλειωσε. Όοοχι.
Αυτή έφυγε επειδή τον αγαπούσε. Κι ο πόνος ήταν δυνατότερος. Κι επέμενε. Γιατί τον κράτησε μέσα της. Χρόνια μετά αυτός ο πόνος ήταν ακόμη εκεί. Κομμάτι της. Αδύνατο να λυθεί από την θύμηση του.
Καθημερινό έρωτα τον ονόμασε ένας φίλος. Από αυτούς που μ αυτούς ξυπνάς και μ αυτούς κοιμάσαι.
Εμμονή το έλεγε αυτή.
Μπήκε μέσα, να ανακατέψει το φαγάκι της. Οι μυρωδιές της κουζίνας της έφερναν πάντα στο νου την μάνα της. Να ψάξεις να βρεις εκείνη την αγάπη που σε κάνει να νοιώθεις ακόμη καλύτερη της έλεγε, τ ακούς Ελενίτσα; μόνο αυτή η αγάπη αξίζει. Έβαλε μιά κουταλιά σ ένα μικρό πιάτο και δοκίμασε. Έριξε λίγο αλάτι ακόμη.
Στο ραδιόφωνο έπαιζε ένα άλλο τραγούδι. Πάντα το άφηνε στα Ελληνικά. Στα ξένα άλλαζε σταθμό. Ήθελε να καταλαβαίνει τον στίχο που έβραζε την ψυχή της.
Την ψάχνεις την αγάπη; Κ ι αν ναι πού;
Αξιώθηκα να αγαπήσω έλεγε. Δεν είχα την χαρά να αγαπηθώ. Δε μου χαρίστηκες. Χαλάλι σου.
Ποτέ δεν του είπε ΑΝΤΙΟ, ποτέ. Αυτή την λέξη που ηχούσε σαν ''δώρο'' στ αυτιά της δεν την ξεστόμισε ποτέ.
Πήρε ένα χαμηλό γυάλινο ποτηράκι από το ντουλάπι και το γέμισε ρετσίνα. Είχε πιό αγνή, πιό αθώα γεύση από το κρασί.
Ψέμματα να έλεγε;
Αφού έτσι κι αλλιώς, ήθελε δεν ήθελε, είχε σημαδέψει το μέσα της.
Και ζούσε εκεί!
Είναι κάποιες εμμονές που παραμένουν πάντα τέτοιες
ReplyDeleteΚι είναι και κάποιοι έρωτες που πάντα έρωτες λογίζονται
Κι ας γίνονται εμμονές
Τίποτα αληθινό δεν βαστάει για μια στιγμή
Πάντα οι έρωτες και οι εμμονές θα είναι εδώ.Για να θυμίζουν..
Εκείνο το "χαλάλι" που κάποτε ειπώθηκε
Εκείνες τις στιγμές που δεν χαρίστηκαν
Εκείνο το "τίποτα"
που έμοιαζε με "όλα"...
Και άφησε μια γεύση
"πάντα"
Στο κορμί.Στο μυαλό...
Καλησπέρα Αστέρι μου
με ένα φιλί...
"να βρεις εκείνη την αγάπη που σε κάνει να νιώθεις ακόμη καλύτερη της"
ReplyDeleteΠόσο δίκιο είχε!!
Ίσως περάσει μια ζωή και δεν καταφέρω ποτέ να την βρω αυτήν την αγάπη και η σκέψη αυτή με κάνει να νιώθω ακόμη πιο μόνη .....
@..anima..
ReplyDeleteειναι καποιοι ερωτες που γινονται εμμονες γιατι φωλιαζουν ανικανοποιητοι στις ψυχες..
ειναι καποιοι ερωτες που παγωσαν στην στιγμη του χρονου γιατι δεν ειχαν την δυνατοτητα να εξελιχθουν σε αγαπες..
και το ''τιποτα'' ηταν μεγαλυτερο απο το ''ολα''κι η γευση αυτη ειναι η πιο πικρη, αλλα τρυπωνει σε καθε κυταρο του κορμιου..
φιλι anima μου
@..αναστασια..
ReplyDeleteυπαρχουν..κι ειναι ευκολο..μονο που μιλαμε για αγαπη..
γιατι αλλο αγαπη, αλλο ερωτας, αλλο παθος, αλλο εμμονη..
αλλο οι αδιεξοδοι ερωτες, αλλο ο ανταγωνισμος, κι αλλο με κανεις να νοιωθω καλυτερος..
καλησπερα αναστασια μου
Ό,τι κι αν είχα στο μυαλό μου να σου πω, τα είπες ακόμα καλύτερα και με το σχόλιό σου λίγο πριν, στην anima,
ReplyDeleteφιλιά!
@..καλημερα..
ReplyDeleteκαι θα συμπληρωσω πως οτι γινεται παντα εχει καποιο δικο του λογο, καποια σκοπιμοτητα..
οι εμμονες ομως;
τι σκοπιμοτητα μπορει να εχουν αυτες; ε;
καλησπερα αναστασια μου
να ειναι το ανικανοποιητο που κανει μερικες αγαπες να γινονται εμμονες η' να ειναι τετοιες αυτες οι αγαπες που παντα ξερουμε πως θα καταληξουθν σε εμμονες ακριβως επειδη δεν μπορουμε να τις ζησουμε...;
ReplyDeleteνεραιδενια φιλακια!!!
@..ναιαδα..
ReplyDeleteυπερεκτιμημενες αγαπες..
:)))
Δεν θέλω να πικαρίνεσαι τις Κυριακές τα βράδια χωρίς αυτή τη σκοτεινιά τα χρόνια μένουν άδεια...
ReplyDeleteΣωκράτης Μάλαμας, Το Γράμμα
Eυτυχώς που υπάρχουν και οι ανεκπλήρωτοι έρωτες. Αυτοί δεν χρειάστηκε να παλέψουν, να ματώσουν, να κονταροχτυπηθουν με τη καθημερινότητα. Για αυτό έχουν μετατραπεί σε ιδανικούς. Και πάντα χρειάζεται να καταφεύγουμε σε ένα ιδανικό όταν τα πράγματα δυσκολεύουν.
ReplyDeleteKαλή εβδομάδα!
@..ellie..
ReplyDeleteεχουν τον λογο τους κι αυτες..αλλωστε οπως μου ελεγε και μια φιλη, τα πιο ομορφα πραγματα κυριακες τα εχει κανει..
εκδρομες, καφε, φαγητο, σεξ..
:)))
@..κουκε..
ReplyDeleteισως τελικα αυτη να ειναι και η χρησιμοτητα τους..
συμφωνω μαζι σου..
:)))
καλο βραδυ
Ναι, έχει απόλυτο δίκιο ο κούκος. Το χρειαζόμαστε αυτό το καταφύγιο, να τρέχει ο νους της Κυριακές και να κουρνιάζει σε αγκαλιές ελπίδες...
ReplyDeleteγια μια στιγμή μονάχα...
όσο μια ανάσα από καφέ, στην άκρη της γλώσσας...
όσο μια τζούρα από τσιγάρο..
@..freedula..
ReplyDeleteμιλας για πληρη ελεγχο του νου και των σκεψεων..
συμφωνω..
θειο δωρο θα ηταν!
Σαν κόλλημα σε λάσπη που δεν σε αφήνει να προχορίσεις και εσύ δεν θές να φύγεις
ReplyDeleteΚαλό μήνα, καλημέρα