Νωρίς το βράδυ, βρέθηκα σ ένα δρόμο άγνωστο, παράξενο μετά από τόσα χρόνια στην πόλη, στο βάθος βάθος, ψηλά, μικρά φωτάκια μακρινά έδειχναν μια γειτονιά σε ύψωμα, αριστερά δεξιά πολλά καφέ, με όμορφη διαρύθμιση, αυτή που κλασσικά αγαπώ να συνοδεύει τη γεύση ενός εσπρέσσο ή καπουτσίνο με μπόλικη, άγλυκη κρέμα.. ξύλινες βιενέζικες καρέκλες, μαρμάρινα στρόγγυλα τραπέζια, πάτωμα σκακιέρα, ατμοσφαιρικά μπαρ και νεανικές παρέες χυμένες στα λιγοστά καθίσματα πιθανόν μετά από μια δύσκολη μέρα..
Έψαχνα το νούμερο 18, ήταν στα δεξιά μου, λίγο μετά τα καφέ.. σ΄ένα κτίριο σχεδόν διατηρητέο.. κτύπησα το κουδούνι και..
Βρέθηκα σ΄ένα δωμάτιο με ένα σχεδόν ψεύτικο σκηνικό, γήινα χρώματα, με μια προσπάθεια ανατολής. Υπήρχαν πολλά κηροπήγια αλλά ήταν εμφανές ότι τελούσαν απλά και μόνο χρέη επιφανειακής διακόσμησης.
Αφημένες άκρες κουβαριών και μια Στέλλα που έχει χαθεί εδώ και πολύ καιρό.. ένα παραμιλητό μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, πως τα βέλη βαμμένα με δηλητήριο που πέφτουν βροχή, βγαίνουν από το σάκο που μετράει πόσο χρεώνουμε ο ένας τον άλλον την σημερινή ''μη ευτυχία''!
No comments:
Post a Comment