Ήταν ένα συγκρότημα με εκκλησάκια, με τυρκουάζ τρούλους, σε μικρογραφία. Στάθηκα να το φωτογραφίσω και αντί για φωτογραφική μηχανή βγάζω από ένα φάκελο μια ζωγραφισμένη μεγάλη κόλλα, με μαύρο στυλό, όπου φιγουράριζε ένα μεγάλο μαύρο πουλί. Μέχρι να συνειδητοποιήσω και να διορθώσω την λάθος κίνηση, πέρασε κάποιος από δίπλα μου, στάθηκε λίγο πιο κάτω κι έβγαλε ένα ''κάτι'' από την τσάντα του και με σημάδευε. Πανικοβλήθηκα, προσπάθησα να κρυφτώ, ξύπνησα! 3,30 το ξημέρωμα το όνειρο, μάτι ξαναέκλεισα στις 5.00.
Ήθελα να κάνω μια μια προσευχή μα δε τις πάω τις προσευχές, ποτέ μου δεν τις πήγαινα.
Αν υπήρχε θεός, θα είχε απαγορέψει δια ροπάλου το θάνατο. Και τις αρρώστειες.
Σε βρίσκω Στέλλα μου λιγουλάκι.. ντεφορμέ όπως μας έλεγε η καλόγρια στο σχολείο; Δεν θέλω τέτοια, όλα στη ζωή οφείλουμε να τα πολεμάμε, να τα αντέχουμε άλλωστε να φοβάσαι όσα δεν μπορεί ο άνθρωπος να αντέξει και πίστεψε με .. δεν υπάρχουν. Βγάλε το μαύρο στυλό, πάρε έγχρωμους μαρκαδόρους, ζωγράφισε αχτίδες ήλιου να διαπερνούν το σκοτάδι. Σου κάνω μαμαδίστικη αγκαλίτσα και.. μία δόση σοκολατόπιτας σίγουρα!!
ReplyDeleteΣ' ευχαριστώ για αυτό σου το σχόλιο και για την ένεση αισιοδοξίας Αχτίδα μου, σαν να έχεις δίκιο μου φαίνεται.
Deleteεννοείται ότι αποδέχομαι την μαμαδίστικη αγκαλιά αλλά η ιδέα της σοκολατόπιτας με πήγε σε όμορφες στιγμές, με τρυφερότητα και πολύ πολύ γεύση :-)))))))