Σήμερα έγραψα λέξεις στις σόλες των παπουτσιών μου. Εκείνα που Μυρίζουν Καλοκαίρι κι έτσι δεν ενοχλούν τον Πρησμένο μου Αστράγαλο. Χώθηκα στο συρτάρι που είχε Καιρό να Ανοίξει και διάλεξα μια μπλούζα στο χρώμα του κοραλιού. Κουβάλησα ως το μπάνιο το Κουτί των Μυστικών κι έβαψα τα μάγουλα μου σε κόκκινο βαθύ.
Έτσι δεν κατάλαβε κανείς Αυτό που δεν Ήθελα να Καταλάβει. Αλλά εγώ το έγραψα, έτσι γιά να το βγάλω από μέσα μου, στην τελευταία άδεια σελίδα εκείνου του βιβλίου με το Ριγέ Εξώφυλλο. Τι όμορφο βιβλίο. Οι λέξεις του μπερδεύονται στα πόδια ενός Αγοριού με Ριγέ Πυτζάμα. Αυτό το αγόρι έχει μιά τεράστια καρδιά και ατελείωτα θέλω.
Σήμερα τα θέλω μου έκαναν την θάλασσα να γενοβολλάει γλάρους που τσιμπούσαν την καταχνιά, όπως στις Ταινίες του Αγγελόπουλου.
Μύριζε βερνίκι που ήθελε να σκεπάσει Οτιδήποτε Παλιό. Σα να χύθηκε μπογιά ξαφνικά σε όλα τα ιστιοφόρα, κι εγώ ήθελα να διαλέξω ένα και να Σηκώσω Πανιά γιά τη χώρα του Πήτερ Παν. Πάντα σκεφτόμουν πως γιά να το λες Εσύ Κάτι θα Ξέρεις.
Ο ήλιος, σε κοιτούσε, έδυε φοβισμένος, τον ρώτησα αν τον Είχαν Μαλώσει και μου απάντησε πως χθές ήταν Πανσέληνος. Κι εγώ που έχω δυό μήνες να Χαζέψω το Φεγγάρι του γύρισα απλά την πλάτη κι έφυγα.
Ο ηλικιωμένος κύριος που Έβαφε το Ιστιοφόρο μου φώναξε να προσέχω την ώρα που τον πλησίαζα για να μου διηγηθεί Ταξίδια Μακρινά.
Τον έχω δίπλα μου και μου μιλάει..
Πριν φύγω θα του πω τις δικές μου Ιστορίες του Σαββάτου. Ψιθυριστά να χαιδέψουν το Αυτί.
''Ενα φλιτζάνι καφές, ένα τσιγάρο που καπνίζεις και το άρωμά του σε διαπερνά, τα μάτια μισόκλειστα μέσα στο ημίφως του δωματίου... Δεν θέλω τίποτε άλλο από τη ζωή εκτός από τα όνειρά μου και αυτό... Λίγο είναι; Δεν ξέρω. Μήπως ξέρω τι είναι λίγο και τι πολύ;'' Φερνάντο Πεσσόα
Saturday, January 30, 2010
Thursday, January 28, 2010
λέξεις στη βροχή
Eίναι κάτι λέξεις που κρύβονται στις σταγόνες της βροχής και κολλούν στο σώμα σου ηδονικά. Φτιάχνουν λακούβες με νερό στις χούφτες σου, παίζουν μαζί τους και μετά χάνονται ήρεμα και καρτερικά.
Είναι κάτι λέξεις που κατοικούν σε αλλαζονικές κόψεις μαχαιριών. Ωραιοπαθείς σ αφήνουν να συρθείς επάνω τους, ώρες πολλές ως που να σπάσει οτιδήποτε ακόμη ζωντανό μέσα σου.
Είναι κάτι λέξεις που λειτουργούν ευεργετικά, τόσο απλές και ζεστές σα πρωινός καφές. Βυθίζεις το κουταλάκι σου μέσα τους, ανακατεύεις και το χνώτο τους χώνεται μυρωδάτο στα ρουθούνια σου.
Είναι κάτι λέξεις που μοιάζουν με άδειο δωμάτιο, μετά από μετακόμιση. Σηκώνεις λίγα εκατοστά τα πόδια να φτάσεις το παράθυρο, και μόλις τα μάτια αρχίζουν να διακρίνουν, διαπιστώνεις το απόλυτο τίποτα.
Είναι κάτι λέξεις, τόσο καθημερινές, ίδιες με ανάσα. Ανοιγόκλειμα των ματιών. Βόλτα στη λιακάδα. Που ηρεμούν την ψυχή. Που λυτρώνουν το βλέμμα.
Είναι κάτι λέξεις που μοιάζουν με άγγιγμα ψυχής και τις λέμε στιγμές.. για να ξεχωρίζουν μέσα στις ομοιόμορφες μέρες μας. Να ακούγονται. Και να μένουν στην μνήμη.
η φωτό από το deviantART
Είναι κάτι λέξεις που κατοικούν σε αλλαζονικές κόψεις μαχαιριών. Ωραιοπαθείς σ αφήνουν να συρθείς επάνω τους, ώρες πολλές ως που να σπάσει οτιδήποτε ακόμη ζωντανό μέσα σου.
Είναι κάτι λέξεις που λειτουργούν ευεργετικά, τόσο απλές και ζεστές σα πρωινός καφές. Βυθίζεις το κουταλάκι σου μέσα τους, ανακατεύεις και το χνώτο τους χώνεται μυρωδάτο στα ρουθούνια σου.
Είναι κάτι λέξεις που μοιάζουν με άδειο δωμάτιο, μετά από μετακόμιση. Σηκώνεις λίγα εκατοστά τα πόδια να φτάσεις το παράθυρο, και μόλις τα μάτια αρχίζουν να διακρίνουν, διαπιστώνεις το απόλυτο τίποτα.
Είναι κάτι λέξεις, τόσο καθημερινές, ίδιες με ανάσα. Ανοιγόκλειμα των ματιών. Βόλτα στη λιακάδα. Που ηρεμούν την ψυχή. Που λυτρώνουν το βλέμμα.
Είναι κάτι λέξεις που μοιάζουν με άγγιγμα ψυχής και τις λέμε στιγμές.. για να ξεχωρίζουν μέσα στις ομοιόμορφες μέρες μας. Να ακούγονται. Και να μένουν στην μνήμη.
η φωτό από το deviantART
Monday, January 25, 2010
Friday, January 22, 2010
εραστές
Γυμνὸ σῶμα
Ι.
Εἶπε:
ψηφίζω τὸ γαλάζιο.
Ἐγὼ τὸ κόκκινο.
Κι ἐγώ.
Τὸ σῶμα σου ὡραῖο
Τὸ σῶμα σου ἀπέραντο.
Χάθηκα στὸ ἀπέραντο.
Διαστολὴ τῆς νύχτας.
Διαστολὴ τοῦ σώματος.
Συστολὴ τῆς ψυχῆς.
Ὅσο ἀπομακρύνεσαι
Σὲ πλησιάζω.
Ἕνα ἄστρο
ἔκαψε τὸ σπίτι μου.
Οἱ νύχτες μὲ στενεύουν
στὴν ἀπουσία σου.
Σὲ ἀναπνέω.
Ἡ γλῶσσα μου στὸ στόμα σου
ἡ γλῶσσα σου στὸ στόμα μου-
σκοτεινὸ δάσος.
Οἱ ξυλοκόποι χάθηκαν
καὶ τὰ πουλιά.
Ὅπου βρίσκεσαι
ὑπάρχω.
Τὰ χείλη μου
περιτρέχουν τ᾿ ἀφτί σου.
Τόσο μικρὸ καὶ τρυφερὸ
πῶς χωράει
ὅλη τὴ μουσική;
Ἡδονή-
πέρα ἀπ᾿ τὴ γέννηση,
πέρα ἀπ᾿ τὸ θάνατο.
Τελικὸ κι αἰώνιο
παρόν.
Ἀγγίζω τὰ δάχτυλα
τῶν ποδιῶν σου.
Τί ἀναρίθμητος ὀ κόσμος.
Μέσα σε λίγες νύχτες
πῶς πλάθεται καὶ καταρρέει
ὅλος ὁ κόσμος;
Ἡ γλῶσσα ἐγγίζει
βαθύτερα ἀπ᾿ τὰ δάχτυλα.
Ἑνώνεται.
Τώρα
μὲ τὴ δική σου ἀναπνοὴ
ρυθμίζεται τὸ βῆμα μου
κι ὁ σφυγμός μου.
Δυὸ μῆνες ποὺ δὲ σμίξαμε.
Ἕνας αἰῶνας
κι ἐννιὰ δευτερόλεπτα.
Τί νὰ τὰ κάνω τ᾿ ἄστρα
ἀφοῦ λείπεις;
Μὲ τὸ κόκκινο τοῦ αἵματος
εἶμαι.
Εἶμαι γιὰ σένα.
Γιάννης Ρίτσος
Ἀθήνα 24.9.80
Ι.
Εἶπε:
ψηφίζω τὸ γαλάζιο.
Ἐγὼ τὸ κόκκινο.
Κι ἐγώ.
Τὸ σῶμα σου ὡραῖο
Τὸ σῶμα σου ἀπέραντο.
Χάθηκα στὸ ἀπέραντο.
Διαστολὴ τῆς νύχτας.
Διαστολὴ τοῦ σώματος.
Συστολὴ τῆς ψυχῆς.
Ὅσο ἀπομακρύνεσαι
Σὲ πλησιάζω.
Ἕνα ἄστρο
ἔκαψε τὸ σπίτι μου.
Οἱ νύχτες μὲ στενεύουν
στὴν ἀπουσία σου.
Σὲ ἀναπνέω.
Ἡ γλῶσσα μου στὸ στόμα σου
ἡ γλῶσσα σου στὸ στόμα μου-
σκοτεινὸ δάσος.
Οἱ ξυλοκόποι χάθηκαν
καὶ τὰ πουλιά.
Ὅπου βρίσκεσαι
ὑπάρχω.
Τὰ χείλη μου
περιτρέχουν τ᾿ ἀφτί σου.
Τόσο μικρὸ καὶ τρυφερὸ
πῶς χωράει
ὅλη τὴ μουσική;
Ἡδονή-
πέρα ἀπ᾿ τὴ γέννηση,
πέρα ἀπ᾿ τὸ θάνατο.
Τελικὸ κι αἰώνιο
παρόν.
Ἀγγίζω τὰ δάχτυλα
τῶν ποδιῶν σου.
Τί ἀναρίθμητος ὀ κόσμος.
Μέσα σε λίγες νύχτες
πῶς πλάθεται καὶ καταρρέει
ὅλος ὁ κόσμος;
Ἡ γλῶσσα ἐγγίζει
βαθύτερα ἀπ᾿ τὰ δάχτυλα.
Ἑνώνεται.
Τώρα
μὲ τὴ δική σου ἀναπνοὴ
ρυθμίζεται τὸ βῆμα μου
κι ὁ σφυγμός μου.
Δυὸ μῆνες ποὺ δὲ σμίξαμε.
Ἕνας αἰῶνας
κι ἐννιὰ δευτερόλεπτα.
Τί νὰ τὰ κάνω τ᾿ ἄστρα
ἀφοῦ λείπεις;
Μὲ τὸ κόκκινο τοῦ αἵματος
εἶμαι.
Εἶμαι γιὰ σένα.
Γιάννης Ρίτσος
Ἀθήνα 24.9.80
Wednesday, January 20, 2010
και σταγόνα τη σταγόνα κυλάω
Οι μέρες που έχουν περάσει είναι πλέον τυπωμένες σε σελίδες, που μυρίζουν ίχνη από ιδρωμένες παλάμες, βρώμικα δάχτυλα και ξεφτισμένα μανόν. Ακουν τρυφερές μουσικές που μέσα τους κρύβονται μικρά καθημερινά νοήματα..
Ένα πεζοδρόμιο, μία φωτογραφία, χρώματα, νότες, εσύ, τηλέφωνο, μήνυμα, λυγμός, κόμπος, λαιμός, αλμύρα, μετάξι, δέρμα, έρχομαι, όχι ..δεν, μη, ναι, εσύ, ένα τραγούδι, η θάλασσα, εσύ..
Tόσα χρόνια μες τους χάρτες μου σε ψάχνω
κι ας μην έσκυψες ποτέ στο μέτωπο μου με τα δυό σου χείλια
ν αφήσεις μιάν ανάσα στη ζωή μου
κι αν η προσευχή μου οινόπνευμα μυρίζει
καπνό και πυρετό στο γυάλινο το κύμα τ άρωμα σου
φωνάζω να καθρεφτιστεί η φωνή μου
και στην όχθη που χτενίζεσαι ακουστή
σαν αλμυρό τραγούδι που σου φέρνει ερωτευμένο το νερό
και στο διάβολο πουλάω την ψυχή μου
εγώ για να βρεθώ απόψε στου κορμιού σου το βυθό
κάπου η νύχτα μεσοπέλαγα κρεμιέται
στην αγχώνη τ ουρανού κι ο δαίμονας καβάλα στο σκοτάδι
αρπάζει τη μετέωρη ευχή μου
και σαν άστρο καφτερό προς το νησί σου
τα λόγια μου πετάει πληγώνοντας τα βράχια και την άμμο
στην χτένα σου καρφώνει την ψυχή μου
και σταγόνα τη σταγόνα κυλάω
εγώ σαν αλμυρό νερό στους ώμους και στον ακριβό σου το λαιμό
κι ας το ξέρω πως του λόγου του
στην ανεμόσκαλα εκεί με περιμένει για να μου λιμάρει το σκοινί
πάνε χρόνια που αντίκρυ αναβοσβήνουν
τα φώτα κάποιας γης τα φώτα κάποιας ξεχασμένης νήσου
που λένε είναι οι κορφές του παραδείσου
μα το ξέρω είναι της θάλασσας τα μάγια
δεν υπάρχει αυτή η στεριά μιας και κανείς ποτέ του εκεί δεν πήγε
για αυτό σφιχτά κρατιέμαι στο κορμί σου
και μπροστά απο τους κολασμένους περνάω
εγώ σα μιά σκιά που σεργιανάει στον άδη τη δικιά σου μυρωδιά
και είναι λέω ο παράδεισος γιά μας
αγάπη μου μικρή να μοιραζόμαστε τούτη την κόλαση μαζί..
Ο χώρος ενός νοσοκομείου, δυό λουλούδια, η ανάσα σου.. το βλέμμα μου..
Ένα μήνυμα, ένας κόμπος, εσύ, ερωτηματικά.. σελίδες πνιγμένες στον έρωτα και τα ερωτηματικά..
οι στίχοι και η μουσική του θηβαίου (κλικ επάνω στους στίχους)
η φωτογραφία από το deviantart..
Monday, January 18, 2010
πάμε γιά ένα καφέ;
Ένωση ζεστού καφέ και παχιάς κρέμας. Μυρωδιά διάχυτη. Σώματα χαλαρά. Χείλια που με τη σιωπή μιλούν. Βλέμματα που φλυαρούν.
Mουσικές αγαπημένες. Ακούσματα λατρευτά. Σιγοψυθίσματα. Νανουρίσματα. Θυμάσαι τότε; Το άλλο πάλι; Σκηνές κινηματογραφικές. Κομμάτια ζωής.
Παράθυρο. Τα φώτα από νέον να φλερτάρουν με το σκοτάδι της νύχτας. Το κόκκινο να χύνεται στο μπλέ. Ο έρωτας να αφήνει τα αποτυπώματα σε ζευγάρια ενωμένα. Έπαρση.. καταστροφή.
Σάρκες που πονούν, που αναζητούν, που αφήνονται. Λίγα μέτρα πιό κάτω.. μιά αίσθηση κι ένα λίγωμα στο υπογάστριο.
Μιλούν. Γιά όλα. Κουβέντες ατέλειωτες. Λέξεις και συναισθήματα. Κρύο. Το γιατί που δεν απαντήθηκε. Το γμτ που δεν αναρωτήθηκε. Ρίγος. Το τρίξιμο μιάς καρέκλας. Το ψυχρό μάρμαρο του τραπεζιού. Η ζεστασιά του ξύλου. Λέξεις βαμμένες από χείλη κόκκινα. Το Εγώ που καταπατήθηκε. Το Είμαι που δεν επιβεβαιώθηκε..
Η στιγμή που χάθηκε..
.
Η στιγμή που ήρθε..
*ο πίνακας του Edward Hopper
Mουσικές αγαπημένες. Ακούσματα λατρευτά. Σιγοψυθίσματα. Νανουρίσματα. Θυμάσαι τότε; Το άλλο πάλι; Σκηνές κινηματογραφικές. Κομμάτια ζωής.
Παράθυρο. Τα φώτα από νέον να φλερτάρουν με το σκοτάδι της νύχτας. Το κόκκινο να χύνεται στο μπλέ. Ο έρωτας να αφήνει τα αποτυπώματα σε ζευγάρια ενωμένα. Έπαρση.. καταστροφή.
Σάρκες που πονούν, που αναζητούν, που αφήνονται. Λίγα μέτρα πιό κάτω.. μιά αίσθηση κι ένα λίγωμα στο υπογάστριο.
Μιλούν. Γιά όλα. Κουβέντες ατέλειωτες. Λέξεις και συναισθήματα. Κρύο. Το γιατί που δεν απαντήθηκε. Το γμτ που δεν αναρωτήθηκε. Ρίγος. Το τρίξιμο μιάς καρέκλας. Το ψυχρό μάρμαρο του τραπεζιού. Η ζεστασιά του ξύλου. Λέξεις βαμμένες από χείλη κόκκινα. Το Εγώ που καταπατήθηκε. Το Είμαι που δεν επιβεβαιώθηκε..
Η στιγμή που χάθηκε..
.
Η στιγμή που ήρθε..
*ο πίνακας του Edward Hopper
Wednesday, January 13, 2010
παράπονο ίσως..
Zηλεύω εκείνη την ικανότητα των παιδιών, να χώνονται στη γωνιά τους, και να σπαράζουν στο κλάμα.
Να κάθονται ανακούρκουδα στο σανιδένιο πάτωμα και μέσα από αναφιλητά να διώχνουν τον πόνο και την θλίψη.
Να υπογραμίζουν το παράπονο ρουφώντας με θόρυβο την μύτη.
Κι αποκαμωμένα να πέφτουν στην πρώτη αγκαλιά που θα ανοίξει μοναδικά για αυτά. Κι εκεί να κοιμούνται βαθιά. Με όνειρα.
η φωτό απο το deviantart!
Να κάθονται ανακούρκουδα στο σανιδένιο πάτωμα και μέσα από αναφιλητά να διώχνουν τον πόνο και την θλίψη.
Να υπογραμίζουν το παράπονο ρουφώντας με θόρυβο την μύτη.
Κι αποκαμωμένα να πέφτουν στην πρώτη αγκαλιά που θα ανοίξει μοναδικά για αυτά. Κι εκεί να κοιμούνται βαθιά. Με όνειρα.
η φωτό απο το deviantart!
Friday, January 08, 2010
πως να το ονομάσω αυτό;
M αρέσει όλο αυτό το συναίσθημα του νιώθω καλά. Όχι απαραίτητα να είμαι. Όμως να το νιώθω πέρα από εξωτερικούς παράγοντες.
Να είναι η ψυχή μου γεμάτη εξελίξεις θετικές και λόγια αγάπης. Να κοιμάμαι και να πονάνε τα δάχτυλα μου ανάμεσα στο μάγουλο σου και το μαξιλάρι. Να γεμίζω εγώ με ερωτόλογα κι ότι φοβάμαι να αδειάζει σταδιακά.
Χθες, μου είπες να βγάλουμε πιά τον νάρθηκα κι εγω στο όνειρο μου, περπατούσα, όλη νύχτα σου λέω.. περπατούσα, απίστευτο το που βρήκα μαζεμένους τόσους δρόμους.. και πήγαινα, πήγαινα..
η φωτό από το deviantart
Να είναι η ψυχή μου γεμάτη εξελίξεις θετικές και λόγια αγάπης. Να κοιμάμαι και να πονάνε τα δάχτυλα μου ανάμεσα στο μάγουλο σου και το μαξιλάρι. Να γεμίζω εγώ με ερωτόλογα κι ότι φοβάμαι να αδειάζει σταδιακά.
Χθες, μου είπες να βγάλουμε πιά τον νάρθηκα κι εγω στο όνειρο μου, περπατούσα, όλη νύχτα σου λέω.. περπατούσα, απίστευτο το που βρήκα μαζεμένους τόσους δρόμους.. και πήγαινα, πήγαινα..
η φωτό από το deviantart
Wednesday, January 06, 2010
Γενάρης
Έξη μέρες από τον Γενάρη. Μήνας σχεδίων που έπονται απολογισμών. Φέτος χωρίς. Μιά αίσθηση άδειου και γεμάτου συγχρόνως. Συναίσθημα κενού και πληρότητας. Μιά γλύκα να διαπερνά τα μέλη και να γλύφει λάμες και καρφιά των κάτω άκρων συντροφιές. Μιά δόση ονείρου, να ζαχαρώνει τα μάτια που γλαρώνουν στην θέα των ημερών που είναι πιά σαν ακτινογραφία πίσω μας. Φωτάκια αχνά, φέγγουν γιά μιά τελευταία νύχτα, μπροστά σε ένα παρ ολίγο χιονισμένο παράθυρο λίγο πριν την αποκαθήλωση.
Σκέψεις μηδενικές. Απαιτήσεις ανύπαρκτες. Ξέρω τι ΔΕΝ. Αλλά αδυνατώ να υποσχεθώ. Φοβάμαι πως τα λάθη είναι γιά να επαναλαμβάνονται. Κι οι αδυναμίες το ίδιο. Και πάνω που λες.. έτσι είναι, έρχεται το αλλιώς και το ανατρέπει.
Πάνω που λες σ αγαπώ, έρχεται ο έρωτας, και το ρίχνει χαμηλά. Το κάνει καθημερινό, ανούσιο και ρουτηνιάρικο. Ένα ρήμα χωρίς αξία.
Όπως και το ζω.. δεν αρκεί μονάχο.. θέλει το επίθετο δίπλα του που θα του δώσει ώθηση και δύναμη. Μα και πάλι εξαρτάται. Καμμία φορά, το βλέπεις τόσο μακριά, που το σπάνιο μετατρέπεται σε πολύτιμο που προσπαθείς να το ανακτήσεις με νύχια και με δόντια. Και πολλές ελπίδες, και μπόλικη αισιοδοξία.
Γιά αυτό σου λέω.. ασε τις φιλοσοφίες και πιάσε.
Αυτό το τόσο δα μικρό.
Πιάσ το μόνο γερά, με πάθος σφίξτο στη χούφτα σου, κάψ το με την αναπνοή σου..
Τώρα, γιατί όλα τόσο γρήγορα ανατρέπονται!
η φωτό από το deviantart
Σκέψεις μηδενικές. Απαιτήσεις ανύπαρκτες. Ξέρω τι ΔΕΝ. Αλλά αδυνατώ να υποσχεθώ. Φοβάμαι πως τα λάθη είναι γιά να επαναλαμβάνονται. Κι οι αδυναμίες το ίδιο. Και πάνω που λες.. έτσι είναι, έρχεται το αλλιώς και το ανατρέπει.
Πάνω που λες σ αγαπώ, έρχεται ο έρωτας, και το ρίχνει χαμηλά. Το κάνει καθημερινό, ανούσιο και ρουτηνιάρικο. Ένα ρήμα χωρίς αξία.
Όπως και το ζω.. δεν αρκεί μονάχο.. θέλει το επίθετο δίπλα του που θα του δώσει ώθηση και δύναμη. Μα και πάλι εξαρτάται. Καμμία φορά, το βλέπεις τόσο μακριά, που το σπάνιο μετατρέπεται σε πολύτιμο που προσπαθείς να το ανακτήσεις με νύχια και με δόντια. Και πολλές ελπίδες, και μπόλικη αισιοδοξία.
Γιά αυτό σου λέω.. ασε τις φιλοσοφίες και πιάσε.
Αυτό το τόσο δα μικρό.
Πιάσ το μόνο γερά, με πάθος σφίξτο στη χούφτα σου, κάψ το με την αναπνοή σου..
Τώρα, γιατί όλα τόσο γρήγορα ανατρέπονται!
η φωτό από το deviantart
Subscribe to:
Posts (Atom)
οι συγνώμες
Μια μπουκιά ψωμί από της μαμάς το ζυμωτό, χαλιά που περιμένουν να απλωθούν νωχελικά στο πάτωμα ώστε να προσθέσουν ζεστασιά στις χαμηλές θ...