Βρέχει κι ο ουρανός είναι συννεφιασμένος.
Μέσα στη σκοτεινιασμένη ατμόσφαιρα, χαζεύω τα φωτεινά παράθυρα.
Ίσως είσαι κάπου εκεί, πίσω από τις κλειστές κουρτίνες, ακούς κάτι στο ραδιόφωνο ή βλέπεις τηλεόραση, συνήθως κάνοντας συγχρόνως διάφορα πράγματα.
Κυρίως όμως σε φαντάζομαι στον υπολογιστή.
Ένα μικρό laptop επάνω στο κεντρικό τραπέζι, ένα λευκό φως πηγάζει από την οθόνη.
Το νερό της βροχής, ποτίζει απαλά τους πανσέδες που φύτεψες εχθές.
Μια ελαφριά ψύχρα σε υποχρεώνει να φοράς κάτι περισσότερο από ένα μπλουζάκι.
Τα λαχανικά που ψώνισες από νωρίς ξεκουράζονται στο ψυγείο, και στο ηλεκτρικό μάτι της κουζίνας σιγοβράζει φαγάκι.
Η γάτα γουργουρίζει στο μαξιλάρι της.
Η βροχή δυναμώνει.
Κλείνω και τα δικά μου παράθυρα.
Κάθομαι στον υπολογιστή μου και ανοίγω μία μία τις ηλεκτρονικές σελίδες με την ελπίδα να βρώ κάποια σου ανάρτηση. Συχνά, νιώθω να σε γνωρίζω. Αν και πιό σωστά νιώθω σαν να σε αγγίζω. Σαν να καθόμαστε μαζί στο ίδιο δωμάτιο, σαν να ακούμε και να βλέπουμε τα ίδια πράγματα, σαν να τρώμε από το ίδιο πιάτο. Σα να ξυπνάμε μαζί νωρίς το πρωί και σαν να θαυμάζουμε μαζί τα κίτρινα πέταλα από τους πανσέδες.
Νιώθω σαν να σε γνωρίζω πολύ καλύτερα από ότι εσύ τον εαυτό σου, καθώς αξιολογώ τα όρια σου και υποπτεύομαι μέχρι που μπορείς να φτάσεις.