
-Θέλω να με κοιτάς στα μάτια της είπε..κι εκείνη τα χαμήλωσε μη δει την υγρασία που άθελά τους ανέβλυζαν.
Ήταν ένα όμορφο ζευγάρι..γύρω στα 45 εκείνη..λίγα χρόνια μεγαλύτερος αυτός.
Η μέρα ήταν περίεργη,μια μέρα με ήλιο,αλλά πολύ αέρα,έτσι βρήκαν ζεστασιά στο πρώτο καταφύγιο του βουνού,όπου είχαν έρθει μία βόλτα από νωρίς.
Οι τεράστιες κούπες με αχνιστό καφέ ήταν απόλαυση,καθώς και η θέα,που διαπερνώντας την καθαρή αρωματισμένη ατμόσφαιρα από φυτά βότανα και δέντρα,και περπατώντας ανάλαφρα ανάμεσα από έλατα,κέδρους,θάμνους,πέτρινους όγκους,μια αράδα κατακόκκινες σκεπές σπιτιών, κατέληγε σε μια θάλασσα που χανόταν πολλές φορές πίσω από τα κλαδιά των δέντρων.
Άγγιξε τα χέρια της.Του άρεσε που χανόταν τα λεπτά της δάχτυλα ανάμεσα στα ογκώδη δικά του.Που εξαφανίζονταν οι λεπτοί της ώμοι κάτω από την περίτεχνη πλέξη του χοντρού της πουλόβερ.
Η ζεστασιά από το τζάκι που έκαιγε πλάι τους είχε δώσει μια νεανική ροδαλή απόχρωση στα πρόσωπά τους.
O Π. ήταν δημόσιος υπάληλος.Συγκεκριμένα ήταν ο διευθυντής ενός λυκείου στο κέντρο της πόλης.Είχε στην ευθύνη του 280 παιδιά και 25 με 30 καθηγητές..
Ανάμεσα σε αυτά και τα δύο δικά του,ο γυιός ίδιος η μάνα στα 15 και η κόρη φτυστή ο πατέρας στα 17.Γνώρισε την Φ. όταν ψάχνοντας να κάνει ιδιαίτερα μαθήματα Αγγλικών στο γυιό,του την σύστησαν ως την καθηγήτρια με την καλύτερη μεταδοτικότητα αλλά και τις περισσότερες επιτυχίες στο πτυχίο του lower.Ήταν όμορφη και εύθραυστη,ώριμη αλλά και τρυφερή,την είδε σαν το κατάλληλο άτομο που θα έκανε το μικρό αγόρι να αγαπήσει τη ξένη γλώσσα,που θα τον βοηθούσε να βάλει πρόγραμμα και προταιρεότητες στα διαβάσματά του.
Η Φ.είχε σπουδάσει Αγγλική φιλολογία,αλλά δε θέλησε ποτέ να δουλέψει σε δημόσιο σχολείο.Ήταν πολύ ευχαριστημένη με τα μαθήματα Αγγλικών που παρέδιδε κατ’ οίκον.
Mε την πρώτη είσοδο στο κατώφλι του σπιτιού τους η Φ. είδε μια σκιά πίσω από τα προσποιητά ευχάριστα βλέμματά τους.Στη δεύτερη συνάντηση έγινε μάρτυρας ενός δυνατού καβγά,που δε σεβάστηκε ούτε την παρουσία των παιδιών,ούτε τη δική της .
-Δε θέλω να ξεχάσω τίποτα,μα δε θέλω να συνεχίσω έτσι..τον άκουσε να λέει.
Λίγο διάστημα μετά επανέλαβε τα ίδια λόγια στον δικό της σύζυγο,σε ανύποπτο χρόνο,κάπου ανάμεσα σε κάποια δικά του αδικαιολόγητα ξεπορτίσματα και μια δική της επανεκτίμηση των προσωπικών της επιλογών.
Συνέχισε τα ιδιαίτερα μαθήματα ,αλλά πλέον στο σπίτι του Π.Τα παιδιά είχαν μοιραστεί,ο γυιός έμενε με τον πατέρα και την κόρη την κράτησε η μητέρα.
Τα δικά της παρ΄ότι πολύ μεγαλύτερα είχαν ακολουθήσει και τα δύο την ίδια.
Σε μικρό χρονικό διάστημα έπεσαν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου.Απορροφούσαν κι απολάμβαναν τον έρωτά τους σα δυό διψασμένα σφουγγάρια το νερό.Είχαν τόση ανάγκη και οι δύο από μία σχέση ισοροπημένη,χωρίς εγωισμούς,ατέλειωτους καβγάδες και απόμακρα βλέμματα. Ήθελαν να δώσουν ο ένας στον άλλον ότι τους είχε λείψει από τους πρώην συζύγους.Ποτάμι τα συναισθήματά τους.
Ήθελε να της προσφέρει μια εκδρομή που ήξερε πόσο της άρεσε.Σε μια βόλτα τους στο κέντρο,της πρότεινε να μπουν σε ένα πολυκατάστημα.Της αγόρασε ένα πορτοκαλι σπορ πουλόβερ,ζεστό και τρυφερό,του άρεσε πολύ που την είδε να χάνεται στο φάρδος του,έτσι την είχε ονειρευτεί πολλές φορές,μέρες τώρα.
-Μέχρι να λοιώσει της είπε..και μετά θα αγοράσουμε άλλο..
Την χαιρόταν απέναντί του,δικιά του,με θέα το βουνό και τη θάλασσα.
Ποτάμι οι συζητήσεις τους.Τη ρώτησε για τις ορμονικές εξετάσεις που είχε κάνει την προηγούμενη μέρα.Καθοριστικά τα αποτελέσματα.Την είδε στεναχωρημένη.
-Κοίτα,εμείς θα είμαστε μαζί κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.Και όταν μιλάμε μεταξύ μας θα κοιτάμε ο ένας τον άλλον στα μάτια.Σήκωσε τα μάτια σου μη τα χαμηλώνεις.
Με προσπάθεια σήκωσε το πρόσωπό της.
Εκείνος είδε τα βρεγμένα μάτια της.Άπλωσε το χέρι στο μάγουλό της και το σκούπισε.
Δεν ήταν πιά υγρό…!!
Φόρεσαν τα μπουφάν τους και άρχισαν να ανηφορίζουν το μονοπάτι που οδηγούσε στις χιονισμένες βουνοκορφές.Τύλιξαν σφιχτά τα κασκόλ στο λαιμό τους.Με τα παντελόνια χωμένα στα ορειβατικά μποτάκια ήταν πολύ εύκολη η βόλτα ανάμεσα στα δέντρα.
Προχωρούσαν αγκαλιά..!!