Sunday, March 31, 2019

ονειρικό πράσινο





Η ίδια η φύση βάφει με ονειρεμένα χρώματα τον πλανήτη μας.
Όσο την λατρεύω,  τόσο μου λείπει.
Και τούτη η ανεμελιά του κοριτσιού της ζωγραφιάς,  το ίδιο!!!

Κάποια πράγματα ή τα έχεις από γεννεσημιού σου,  ή ποτέ.
Όσα βήματα και να κάνεις,  καμμία συγκυρία δεν θα σε οδηγήσει εκεί.

Saturday, March 30, 2019

το παράθυρο





-Πάψε τώρα,  μας ακούν οι γείτονες!  Θα με αναγκάσεις να κλείσω το παράθυρο.  Τί είναι αυτά που ξεστομίζεις,  μου λες;  Τον ακούς τον εαυτό σου;  Διαισθάνεσαι τα βέλη που εκτοξεύεις ότι εγκλωβίζουν τον στόχο σου;  Αντιλαμβάνεσαι το δηλητήριο που διοχετεύεις;
Μου δημιουργείς ανησυχία,  για σένα,  για μένα,  για όλους μας!
Σαν το σκουλήκι σκαλίζεις τρύπες και χώνεσαι.
Ξεχώρισε επιτέλους αυτά που δεν είναι δικά σου από αυτά που ανήκουν στους άλλους και δώσε τους το ελεύθερο να τα διαχειριστούν αυτοί.
Βαυκαλίζεσαι πως κάνεις το καλό όμως το αποτέλεσμα είναι καταστρεπτικό.  Σε παρακαλώ,  επέβαλε τον νου σου να εμβαθύνει.  Περιόρισε την παρορμητική σου προσωπικότητα.
Έχω την ανάγκη να είμαι βέβαιη πως κάνω διάλογο με έναν ενήλικα και  όχι με ένα αγοράκι πεντάχρονο !

Thursday, March 28, 2019

αναμονή





Είναι ηδονική η αναμονή!
Στηριγμένη στο παράθυρο,  γυμνή  με τον καπνό του τσιγάρου να την τυλίγει,  τα τεχνητά φώτα από τα γύρω οικοδομήματα να λάμπουν καθώς σουρουπώνει,  χαλαρωμένη από την ένταση της ημέρας και ο πόθος της καρδιάς να σημαδεύει στο κόκκινο.

Σε λίγο,  η σιλουέτα εκείνου θα στρίψει από την γωνία,  θα ακούσει τον γνώριμο ήχο από τα ανυπόμονα βήματα του στις σκάλες,  και όταν  φτάσει η ώρα της συνάντησης,  τα χείλια της θα συναντήσουν τα χείλια του,  η γλώσσα του το δέρμα της,  το πάθος του σώματος του το σώμα της.  Σιωπηλά,  χωρίς λέξεις,  με διεγερμένους σφυγμούς,  θα εγκαταλειφθούν σε μια ανταλλαγή μεθυσμένων σπασμών και υγρών.

Tuesday, March 26, 2019

ευχαρίστηση





Μερικές φορές,  αυτό που σε ευχαριστεί,  δεν έρχεται ως ιδέα από μόνο του.  Θέμα υποκειμενικό,  με πολλά πρόσωπα,  εξαρτάται από φάσεις,  ηλικίες και χρόνια.  Χρειάζεται να το ψάξεις βαθιά μέσα σου,  ιδιαιτέρως όταν η ζωή σου έχει δείξει το στραβό της πρόσωπο.

*Στη φίλη μου,  που στα δεκαέξι μου μου έμαθε πράγματα που με ευχαριστούσαν,  στους καφέδες που ήπιαμε φορώντας τις πυτζάμες μας,  στο φόρεμα της που μου το δάνεισε για μια σημαντική στιγμή της ζωής μου!  Στα όσα περάσαμε και βγήκαμε νικήτριες,  και στα άλλα τόσα που θα ξανανικήσουμε.

**Θα έρθει και η διάθεση για ευχαρίστηση ξανά.
Έχω ανάγκη να το πιστεύω αυτό.

Sunday, March 24, 2019

Κυριακή πρωί





Κυριακή πρωί.
Τελειώνοντας μια σειρά από αναγκαία,  πεζά πράγματα,  κάθομαι στο παράθυρο.  Μπροστά μου η θάλασσα.  Χαζεύω τον ορίζοντα.  Τα κύμματα έρχονται προς τα εμένα,  άλλοτε ορμητικά κι άλλοτε απαλά σαν μια δύναμη ήρεμη.  Μπορώ να μυρίσω την αλμύρα.

Ένα ποτήρι με το αγαπημένο μου χειροποίητο λικέρ.  Το λιγοστό αλκοόλ μου δίνει μια ελαφριά μέθη.  Οι επιφάνειες λειαίνουν στο φως του ήλιου.  Ένα τηλεφώνημα.  Βλέπω τον αριθμό,  το αγνοώ.  Επιμένει.  Το κουδούνισμα ταράζει τα ήρεμα μου νερά.  Είναι εκείνη.  Μιλάμε για λίγο.  Ελαφρότητα ψεύτικη.  Το ψεύτικο με απωθεί.  Ό,τι κι αν υπογραμμίζει.  Αδυνατώ να συμμεριστώ την χαρά ή την λύπη ενός ανθρώπου που υποκρίνεται.  Έστω κι από φόβο.  Σαφέστατα υπάρχουν προβλήματα. Κλαίει.  Μιζέρια και δάκρυα.  Το έχω δει το έργο πολλές φορές.  Ανασφάλεια που εκτοξεύει επίθεση.  Επίθεση με τη μορφή της ανταγωνιστικότητας.  Ποιανού είναι πιο μεγάλο,  τί!  Ο πνιγμένος από τα μαλλιά σου πιάνεται.  Ανισορροπία.  Χιλιάδες ψυχολόγους να έχεις να σε προσέχουν αν δεν έχεις εσύ τη δυνατότητα να αφουγκραστείς το τι ακριβώς σου συμβαίνει,  τελείωσε.

Είναι άνοιξη.  Οι μανόλιες έχουν γεμίσει θεαματικά λουλούδια.  Οι βερυκοκιές και οι ροδακινιές έχουν βάψει τους κάμπους ροζ.  Ο καθένας μας πορεύεται με το χαρακτήρα του και τις επιλογές του.  Με το κατά πόσο και κατά που του κόβει το μυαλό του.  Όλοι έχουμε δουλέψει για όσα έχουμε,  τίποτα δεν είναι τυχαίο, τίποτα δεν έρχεται σαν δώρο.

Μια πασχαλίτσα,  ο αέρας την φέρνει στο παράθυρο μου,  στροβιλίζεται λίγο, κάθεται στο χέρι μου,  γαργαλάει με τα ποδαράκια της το δέρμα μου,  κάνω να την πιάσω,  φεύγει.  

Friday, March 22, 2019

βιβλία και άνθρωποι





Αν κάτι μου έμαθαν οι άνθρωποι που πέρασαν από τη ζωή μου είναι το πόσο δηλητήριο μπορεί να έχει ένα φίδι και το πόσο χαδιάρα μπορεί να είναι μια γάτα.  Κάπως έτσι,  έμαθα να αναγνωρίζω τη δύναμη μου και τις αντοχές μου.

Τα βιβλία,  μαζί με τα παραπάνω,  μου μαθαίνουν Και διαφορετικές οπτικές γωνίες.
Ανάμεσα στα δύο,  δλδ ανάμεσα στους ανθρώπους και τα βιβλία,  εμφανώς προτιμώ τα δεύτερα!

Wednesday, March 20, 2019

ελευθερία





Η Κ.  γράφει ποιήματα.  Γράφει παντού.  Στις φορμάικες των τραπεζιών,  στους ασβεστωμένους τοίχους,  στο γυαλί των παραθύρων,  στα φθαρμένα πατώματα.  Η  Κ.  μένει σε ένα διαμέρισμα ενός δωματίου στο κέντρο της πόλης.  Εκεί όπου μεταξύ Εγνατίας και Ολύμπου,  μπερδεύονται εθνικότητες,  ουσίες και φτώχεια.

Συχνά,  κάθεται πλάι στο παράθυρο.  Από εκεί,  της αρέσει να χαζεύει τα γειτονικά σπίτια.  Ζυγίζει κινήσεις,  ακούει κουβέντες,  μετράει τα απλωμένα ρούχα.  Αν τη ρωτήσεις,  θα σου πει πως τους γνωρίζει καλά έναν έναν.  Μπορεί και να σου πει πως είναι φίλοι της.  Η γριά κυρία του πρώτου,  η γυναίκα με τα τρία αγόρια του δεύτερου,  η μοδίστρα του τρίτου.  Καμμιά φορά τους συναντά στην είσοδο της οικοδομής.  Περνάει δίπλα τους σχεδόν απαρατήρητη.  Ποτέ κανείς δεν της έχει πει ''γειά σου,  τί κάνεις;''  ή ''καλημέρα σας,  πώς είστε;'',  ή έστω μια σκέτη,  τυπική ''καλημέρα''.

Αν ρωτήσεις την Κ.,  θα σου πει πως έχει πολλούς φίλους.  Όπως πχ οι γείτονες που αναφέρθηκαν νωρίτερα,  αλλά και οι άνθρωποι που συναντά στους μεγάλους δρόμους όπου κινείται για να αγοράσει τα απαραίτητα.  Ακόμη περισσότερο,   οι φωνές που κάνουν τον κόπο να της τηλεφωνήσουν για να της πουλήσουν πράγματα.   Ακόμη και όλα εκείνα τα μικροσκοπικά ονόματα,  που γέμιζαν τον βαρύ τηλεφωνικό κατάλογο,  όταν καμμιά φορά τον ξεφύλλιζε,  κι εκείνους όλους φίλους της τους ένιωθε.

Η Κ., γράφει ποιήματα.  Γράφει για τις ζωές που έχει στο μυαλό της.  Γράφει σε φέιγ βολάν που μαζεύει από τους δρόμους κι έπειτα τα επιστρέφει εκεί όπου τα βρήκε.
Πάνω από το κομοδίνο της,  υπάρχει πάντα αναμμένο ένα κόκκινο φωτάκι.  Δίπλα του,  η εικόνα μιας πανέμορφης παναγίας,  κληρονομιά από την μάνα της.  Κοιμάται νωρίς γιατί την νυστάζει το σκοτάδι.   Ξυπνάει από το χάραμα.

Η Κ.,  δεν έχει δεσμούς,  δεν έχει άντρα,  γκόμενο,  δεν έχει κάνει παιδιά.  Μια δουλειά είχε που της άρεσε.  Εκεί ήταν που  είχε δώσει ψυχή και σώμα.  Ώσπου μια μέρα,  της ανακοίνωσαν την απόλυση της.  Έμεινε μετέωρη!  Πού να πάει;  Τί μπορούσε πια να έχει ενδιαφέρον;

Τα νομίσματα στο πορτοφόλι της καθημερινά λιγοστεύουν.  Μαζί μ'  αυτά και η οποιαδήποτε αίσθηση ελευθερίας που ποτέ είχε. 
Αν έχεις δουλειά,  μπορείς να κάνεις όνειρα.  Ακόμη και να τα πραγματοποιήσεις.  Αυτό είναι ελευθερία!

Monday, March 18, 2019

Άμστελ





Μετά από μία πολύ κουραστική μέρα,  ένα ποτήρι μπύρα ίσως να ξεκουράσει το σώμα και την ψυχή μου.  Δίχως μια συνάντηση μαζί σου,  ένα άγγιγμα,  δυό κουβέντες,.
Μόνος και  σιωπηλά.
Κάποια λόγια θα τραβήξουν την προσοχή μου από τα γύρω τραπέζια.  Υπομονετικά,  θα προσπαθήσω να αποκρυπτογραφήσω τις λέξεις που θα φτάσουν ως τα αυτιά μου.  Όλο και κάποια πικάντικη ιστορία θα  ξετρυπώσω,  που φεύγοντας θα την πάρω μαζί μου,   συντροφιά στον ήρεμο ύπνο μου.

Friday, March 15, 2019

το τραίνο





Το έγραφε στον πίνακα αναχωρήσεων.  Δύο,  δυόμιση ώρες διαθέσιμες για να τελειώσουν όλα.   Να τελειώσουν.  Όλα!  Στην βαλιτσούλα της,  δυό μπλούζες,  πέντε βιβλία.  Άραξε στο κυλικείο του σταθμού.  Πήρε ένα σάντουιτς και μια πορτοκαλάδα.  Εδώ μέσα δεν υπάρχει περίπτωση να την αναζητήσει κανείς.  Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί τι έκανε λίγο πριν,  κανείς δεν μπορεί να ξέρει που βρίσκεται αυτή τη στιγμή.  Πόσο μάλλον για το προγραμματισμένο ταξίδι.  Άνοιξε την δερμάτινη τσάντα της και τράβηξε από μέσα ένα υφασμάτινο πορτοφολάκι.  Στη μακρόστενη θήκη του,  καμάρωσε το εισιτήριο.  Σε λίγο θα είναι μεσημέρι.  Το τραίνο φεύγει στις 4.5.  Σε κανέναν δεν θα λείψει.  Κανέναν δεν θα πεθυμήσει.  Ως που να προσαρμοστεί τουλάχιστον,  όσο θα καταγίνεται να φέρει στα μέτρα της την νέα της ζωή.  Ένα ρίγος διαπέρασε το κορμί της,  σαν χαρούμενο τραγούδι,  ωδή προς το δικό της μέλλον.


Tuesday, March 12, 2019

Pink Peach Tree





Είναι Άνοιξη του 1888 ( Pink Peach Tree in Bloom, 1888 by Vincent Van Gogh) και οι άνθρωποι αντιγράφουν με τον ίδιο τρόπο τα ροζ άνθη της ροδακινιάς,  πατούν και καλλιεργούν την ίδια εύφορη γη και ερωτεύονται όπως και σήμερα, σκαλίζοντας τα ονόματα τους στους κορμούς των δέντρων.


/Οι άνθρωποι πάντοτε φωνάζουν ότι θέλουν να δημιουργήσουν ένα καλύτερο μέλλον. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Το μέλλον είναι ένα απαθές κενό. Το παρελθόν σφύζει από πρόθυμη ζωή. Το παρελθόν υπάρχει για να εκνευρίσει, να προκαλέσει, να μας βάλει σε πειρασμό να το καταστρέψουμε ή να το βάψουμε ξανά από την αρχή. Ο μόνος λόγος που οι άνθρωποι θέλουν να είναι κύριοι του μέλλοντος είναι για να αλλάξουν το παρελθόν./

Milan Kundera / Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης

Sunday, March 10, 2019

αμόλα καλούμπα








Είχε έναν χαρταετό κρυμμένο μέσα στο μυαλό της.
Σε κάθε περίπτωση που ένιωθε μόνη,  πιεσμένη,  εγκλωβισμένη,
ξετύλιγε το σκοινί κι αμόλαγε καλούμπα.



/Κι όμως ήμουν πλασμένη για χαρταετός. 
Τα ύψη μου άρεσαν ακόμη και όταν 
έμενα στο προσκέφαλο μου μπρούμυτα 
τιμωρημένη ώρες και ώρες.
ένιωθα το δωμάτιο μου ανέβαινε 
-δεν ονειρευόμουν- 
ανέβαινε φοβόμουνα και μου άρεσε./

οδ. ελύτης /ο χαρταετός/

Friday, March 08, 2019

το κόλλημα







Είναι Πέμπτη βράδυ και είμαστε για μπύρες.  Εγώ,  η Α. και η Φ.
Το περιβάλλον είναι ατμοσφαιρικό μα θορυβώδες,  ωστόσο δεν μας ενοχλεί.
Πιάνουμε όμως θεματάκι που μας ενοχλεί και μας στενοχωρεί,  ευτυχώς ξεμπερδεύουμε μαζί του γρήγορα.  Πολλά άσχημα συμβαίνουν τελευταία,  πω πω πόσο λυπάμαι,  δύσκολη που είναι η ρημάδα η ζωή,  ναι αλλά και τόοοσο μικρή πετάγεται η Α.,  για αυτό πρέπει να τη ζήσουμε πετάγεται η Φ. και τσακ,  τσουγκρίσαμε τα ποτήρια μας.

-Κορίτσια δεν σας είπα,  πετάγεται η Φ.
Ανοίγουμε το στόμα να, μαζί με την Α.  και χάσκοντας περιμένουμε.
-Έλα λέγε μας έσκασες.
Πίνει μια γουλιά μπύρα,  βουτάει το πάνω χείλος της στον πλούσιο αφρό,  γλύφεται.
 -Θα πάθετε πλάκα.
-Βρε άσε τι θα πάθουμε εμείς και λέγε τι έπαθες εσύ!

Η Φ.,  ανακάθισε στην θέση της,  στρώνοντας με τα όμορφα,  περιποιημένα χέρια της, την κατακόκκινη μπλούζα της και ένα μελαχροινό τσουλούφι που ξέφευγε από τα μαλλιά της.
-Είδα τον Ν.
Κομμένες ανάσες,  παύση,  κι έπειτα οι ερωτήσεις βροχή όλες μαζί.
-Πού τον είδες;
- Πώς ήταν;
-Μόνος ήταν;
-Μιλήσατε;

-Έντάξει,  θα σας πω,  σιγά σιγά όμως να πάρω και μια ανάσα.  Άρχισε να κρατσανίζει ένα πατατάκι.
Λοιπόν εντάξει,  είδα τον Ν. και ήταν σαν να μην πέρασε μία μέρα.  Χαμογελούσε,  ή μάλλον έλαμπε ολόκληρη,  έλαμπε περισσότερο κι από τη διάφανη χρυσαφένια μπύρα της.

Εδώ την ψιλιαστήκαμε με την Α.
-Τι εννοείς βρε Φ. μου πως ήταν σα να μην πέρασε μια μέρα;  Δέκα χρόνια έχεις να δεις τον Ν., θέλεις να πεις ότι μιλήσατε κανονικά;

-Τι κανονικά βρε κορίτσια;  Υπάρχει δλδ μιλάω με έναν άνθρωπο κανονικά και μιλάω ακανόνιστα;  Κατέβηκα στο κέντρο προχθές,  γινόταν χαμός και αναγκάστηκα να βάλω το αυτοκίνητο μου στο πάρκινγκ.  Ε λοιπόν,  βγαίνω από το αυτοκίνητο και τον βλέπω μπροστά μου.  Μέσα στο πάρκινγκ.  Ήταν ο Ν.  Με σάρκα και οστά.

Κοιταζόμαστε με την Α.
-Και;

-Κορίτσια τον αγαπάωωω!!!

-Γλυκιά μου Φ.!  Τί εννοείς τον αγαπάς;;;  Πώς κάνεις έτσι σαν μικρό παιδί (τον αγαπάωωω),  48 χρονών γαιδάρα!
-Ναί,  καλά τί ξέρετε από έρωτα εσείς! παραπονέθηκε περιπαιχτικά.
-Μα καλά εσύ δεν έλεγες πως τον ξέχασες;  Πως δεν είχες πια συναισθήματα για αυτόν;  Πως έφυγες,  πέρασαν τόσα χρόνια ρε Φ.,  έφυγες για να βρεις τον εαυτό σου και να κάνεις μια νέα αρχή,  και την έκανες!  Δέκα ολόκληρα χρόνια πριν!!!

Ανασκουμπώθηκε ενοχικά.
-Ναί,  αυτή είναι η αλήθεια.  Ή μάλλον ένα μέρος της αλήθειας.  Σωστότερα,  ήταν η αλήθεια μέχρι προχθές.  Πίστευα,  πως αφού δεν είχαμε ειδωθεί από καιρό,  πως αφού πέρασαν τόσα χρόνια,  θα είμασταν αδιάφοροι ο ένας απέναντι στον άλλον.  Ε λοιπόν διαψεύστηκα!  Αυτός,  προσποιήθηκε τον αδιάφορο,  εγώ όμως δεν τα κατάφερα.  Ξέρετε τώρα πως συμπεριφέρομαι όταν στρεσάρομαι.  Άρχισε να χτυπάει δυνατά η καρδιά μου,  έχασα τα λόγια μου από την αμηχανία μου,  έχασα κάθε έλεγχο.

-Μα τι λες;  Προσποιήθηκε τον αδιάφορο;  Δεν είναι μωρό ρε φίλη ο Ν.  Αδιάφορος ήταν γιατί έτσι ένιωθε,  και γιατί πάντα αδιάφορος το έπαιζε.  Πώς είναι δυνατόν να μην καταλαβαίνεις; είπαμε η Α.  κι εγώ με ένα στόμα.

-Κορίτσια,  ούτε που πρόλαβα να σκεφτώ,  σαν ένα κακό σπυρί να έσπασε και μαζί του να διαλύθηκαν οι δικές μου αντοχές,  τα τείχη που σήκωνα όλα αυτά τα χρόνια και πολύ περισσότερο,  ο εγωισμός που έχτιζα. Ονειρευόμουν πάντα τη μέρα που θα μπορούσα να του δείξω ότι το κατάφερα.  Πως κατάφερα για μένα να είναι ένα τίποτα.  Μάταια.  Τον είδα ξαφνικά και σάστισα.  Τον κοιτούσα και έψαχνα στα μάτια του μια σπίθα ανάμνησης,  ένα γλυκό συναίσθημα,  κάτι που να αποδείκνυε πως κάποτε πόνεσε,  πως πληγώθηκε,  πως δεν με ξέχασε.

-Και;
-Το βλέμμα του ήταν σκληρό,  είπε ξέπνοα.
-Εμ ο άνθρωπος είναι λογικός,  δεν είναι σαν εσένα.
-Μη με μαλώνετε ρε, στο κάτω κάτω πότε θα τον ξαναδώ;  αναρωτήθηκε στενάχωρα η Φ.
Τέλειωσε με την μπύρα της,  την πλήρωσε,  μας φίλησε και έφυγε.
-Ό,τι είχα να σας πω σας το είπα,  φεύγω γιατί πρέπει να είμαι νωρίς σήμερα στο σπίτι.  Θα τα ξαναπούμε σύντομα.

Μείναμε μόνες με την Α. κοιταχτήκαμε.

-Έρωτας,  της είπα χαμογελώντας!
-Αρρώστια, μου αντιγύρισε.
-Μα ο έρωτας δεν προυποθέτει αρρώστια; αναρωτήθηκα.  Δεν λένε έρωτας αγιάτρευτος; Αγιάτρευτος,  αθεράπευτος,  ανίατος.  Καψούρης!

Ένας δεύτερος γύρος από μπύρες έφτασε στο τραπέζι μας μαζί με τα σχετικά συνοδευτικά,  μια πολύ μικρή πίτσα για μεζέ και τσιπς.
Τσακ,  τσουγκρίσαμε και πάλι τα ποτήρια μας.
-Στην Φ.  που γερνάει και δεν βάζει μυαλό,  είπαμε με ένα στόμα,  σκάζοντας στα γέλια αμφότερες.
-Μα έχει ηλικία ο έρωτας; ρώτησα!

Όχι,  όσο η ζωή θα τον καλεί ως αντίδοτο στις δυσκολίες της,  απάντησα μόνη μου στον εαυτό μου και η Α.  συμφώνησε.

Wednesday, March 06, 2019

birthday




Για χρόνια,  περίμενα πως και πως τη μέρα της γιορτής μου ή τη μέρα των γενεθλίων μου,  για να πάρω τα δώρα μου.  Είδα κι απόειδα,  όχι πως δεν έχω πάρει κατά καιρούς δώρα,  ήταν αρκετά και πολύ καλά,  αλλά κάποια στιγμή,  πήγα κι αγόρασα εγώ ένα δώρο για μένα.
Νομίζω πως αυτή η κίνηση ήταν και η πιο σημαντική.

Χρόνια μου πολλά λοιπόν,  μου τηλεφώνησε η μητέρα μου προηγουμένως και μου τραγουδούσε να ζήσεις Στελλίτσα,  γριούλα να γίνεις με άσπρα μαλλιά κλπ  τί άσπρα να γίνουν ρε μάνα της λέω,  άσπρα είναι ήδη!

Σαν παιδάκι χαίρομαι,  και πάω να φτιάξω ένα κορμό σοκολάτας μέρα που είναι!!!

Τα πιο μελωδικά χρόνια πολλά είναι πάντα από τον Βασίλη

υ.γ.
*  όλοι το ξέρουν απολαμβάνω να τρώω γλυκά,  τρελαίνομαι,  πεθαίνω μα η πιο γλυκιά στιγμή είναι η διαδικασία,  τότε που βάζεις όλα τα υλικά σε τάξη και διαθεσιμότητα,  που ανακατεύεις με το φτερό ή το μίξερ και στο τέλος τέλος που γλύφεις το κουτάλι και βάζεις χέρι στο μπωλ.  Εννοείται πως έχω μουστάκια σοκολάτας τώρα,  εννοείται :-)
**  κάποιος γιορτάζει από την Πόπη Αστεριάδη (αυτό κι αν δεν είναι τραγούδι για αυτή τη μέρα)

Monday, March 04, 2019

σαν γλυκό





Τις μέρες που δυσκολεύομαι περισσότερο,  που έχω άγχος,  που οι ώρες μοιάζουν ατέλειωτες,  τον σκέφτομαι.
Ήταν φίλος,  μιλούσαμε με τις ώρες στο τηλέφωνο,  τότε που τα τηλέφωνα είχαν καλώδια,  περνούσαν τα σωθικά μου μέσα από εκείνα τα καλώδια για χρόνια πολλά,  όταν κατάλαβα πως ποτέ δεν έφτασαν στη δικιά του την ψυχή,  έπαψε η εμπιστοσύνη,  τον εγκατέλειψα.

Εγκαταλείπεις για να αναρωτιέσαι για χρόνια μετά,  αν έκανες καλά.  Κι αν τα όρια σου θα μπορούσαν να είναι λίγο πιο ελαστικά.

Έχει μια γλύκα το αυτί που υποτίθεται ότι σε ακούει.
Και είναι πικρή η συνειδητοποίηση της έλλειψης της εμπιστοσύνης.

Το άδειασμα, από αυτά που σε απασχολούν,  τα στρογγυλεύει,  έχει μια απίστευτη ανακούφιση.

Πόσο μου λείπει η ζαχαρωμένη αφέλεια εκείνων των ημερών!!!

Friday, March 01, 2019

στην άνοιξη που μόλις ήρθε





Από τις Ανοίξεις της ζωής μου,  θυμάμαι ένα πλεκτό γιλέκο μπεζ,  με δυό κόκκινες πασχαλίτσες κεντημένες επάνω.  Στεκόμουν στη στάση εδώ απέναντι από το σπίτι μου,  και περίμενα να πάρω το λεωφορείο για να πάω στο σχολείο.  Φορούσα το γιλέκο πάνω από την σχολική μου μπλε ποδιά,  στο λαιμό το λευκό γιακαδάκι,  τα χέρια πάντα μέσα στις τσέπες.  Δεν κρύωνα!  Φύσαγε ένα απαλό αεράκι και στο μυαλό μου είχε φτάσει ήδη η μέρα που θα αγόραζα το πρώτο παγωτό της χρονιάς.

Μιά άλλη Άνοιξη πάλι,  έλα!  μου λέει το αγόρι μου,  έλα να δεις που θα σε πάω!  Περπατήσαμε αρκετά,  φτάσαμε στο λόφο της Τούμπας,  ανεβήκαμε επάνω και ήταν σαν να είχαμε κατακτήσει την κορυφή του Έβερεστ.
Μπροστά μας,  όλη η Θεσσαλονίκη,  ποιός ξέρει πως να ήταν τότε τα κτίσματα,  καθίσαμε κάτω στο γρασίδι οκλαδόν,  και ίσια μπροστά μου έβλεπα το σπίτι μου,  μερικά χιλιόμετρα μακριά κι όμως πεντακάθαρα η μητέρα μου έπλενε ένα χαλί στο μπαλκόνι.  Είχαν γίνει τα μάγουλα μου κατακόκκινα από την ντροπή.  Το αγόρι μου γελούσε και με πείραζε.

Δεν ξέρω αν σε μια ερωτική σχέση υπάρχει σεβασμός.  Ή αν οι συμπεριφορές παίρνουν άφεση αμαρτιών στο όνομα του έρωτα και της άνοιξης.  Νομίζω ότι είναι τόσο εύκολο να πιστέψεις στο παραμύθι της κατάκτησης.  Κι από εκεί και έπειτα μπορείς να κάνεις όσα λάθη θέλεις.  Ο χρόνος φέρνει το ''αντίο''.  Δεν θέλω να σε ξαναδώ  /  δεν είσαι αυτό που θέλω / μην με ενοχλείς πια /



Τζο Ντασέν
salut

στην άνοιξη που μόλις ήρθε

υ.γ.  / πρώτη του Μάρτη,  η μάνα μου θυμόταν το βραχιολάκι.  Άνοιγε το πανεράκι της με τα ραπτικά και δεν ξέρω πως,  πάντα είχε να ξεχωρίσει μια κόκκινη και μια άσπρη μέσα από το σύννεφο με τις κλωστές της.  Μια αρμαθιά νήματα,  όσο χωρούσε η χούφτα της,  μπερδεμένα χρώματα,  απομεινάρια από διάφορα εργόχειρα των προηγούμενων χρόνων.  Τις ίσιωνε τις κλωστές με τις άκρες των δαχτύλων της και μετά κρατώντας τις άκρες τους με τα χείλια της,  κάνοντας πάντα έναν μορφασμό που πολύ αγαπούσα,  τις έστριβε,  στην αντίθετη φορά την κάθε μια.  Κάπως έτσι μετά οι δυό κλωστές στα αντίθετα χρώματα ερχόταν κι αγκαλιάζονταν,  κι έδεναν μεταξύ τους.  Τύλιγε το βραχιόλι γύρω από τον καρπό μου και το αποτέλειωνε σταθεροποιώντας το με ένα διπλό κόμπο.
Ολόκληρο το μήνα κουβαλούσα τούτο το κοκκινόασπρο δημιούργημα επάνω μου,  δεν το έβγαζα μήτε στο μπάνιο.  Ένιωθα ασφαλής κι ευτυχισμένη,  σίγουρη πως δεν θα κινδύνευα ποτέ να με κάψει του Μάρτη ο ήλιος! /

μια μέρα

  χρόνος τότε που σκοτώναμε το συναίσθημα,  κι ενώ η ψυχή έλεγε ναι,  εμείς επιλέξαμε το όχι νοσταλγία ο τρόπος που σήκωνες ψηλά τα μανίκια ...