-μ' αγαπάς;-,
-πόσο μ' αγαπάς;-
κι είχε κι άλλες τέτοιες εκδηλώσεις ανασφάλειας, όπως όλα τα κοριτσάκια της ηλικίας της ίσως και λίγο παραπάνω. Έτσι, ο βασιλιάς πατέρας της της απαντούσε με πολύ αγάπη.
-Σ' αγαπάω, όσο αγαπάω και το αλάτι μικρή μου-.
Μια, δυό, τρεις, τα χρόνια περνούσαν κι η μικρή πριγκίπισσα συνέχισε να ρωτάει, έπαιρνε όμως πάντα την ίδια απάντηση από το στόμα του βασιλιά όμως αυτή η απάντηση δεν την έπειθε αντίθετα της δημιουργούσε περισσότερα ερωτηματικά. Πώς μπορούσε ένας βασιλιάς, αυτήν, μια όμορφη πριγκίπισα, την ίδια την μονάκριβη κόρη του, να την τοποθετεί μέσα στην καρδιά του ισάξια με το αλάτι.
Μια μέρα όμως, μετά από πολλά χρόνια, ήρθε στο βασίλειο το άσχημο μαντάτο. Το αλάτι που υπήρχε στις αποθήκες είχε καταναλωθεί και είχε τελειώσει. Για κάποιο λόγο, αλάτι δεν μπορούσε να βρεθεί πουθενά ούτε να δημιουργηθεί με κάποιο τρόπο. Γύρω τους υπήρχαν πανύψηλα βουνά που προστάτευαν το βασίλειο τους κι η θάλασσα βρισκόταν χιλιάδες μίλια μακριά.
Η μικρή πριγκίπισσα άρχισε να μην θρέφεται σωστά. Κανένα φαγητό πια δεν της άρεσε, της ήταν αδύνατον να βάλει στο στόμα της έστω και μια μπουκιά. Και τότε, κατάλαβε τη σημασία που είχε για τον πατέρα της αλλά και την ίδια τώρα πια το αλάτι και για πιο λόγο κατείχε τόσο σημαντική θέση στην καρδιά του πατέρα της.
Δεν θυμάμαι το τέλος του παραμυθιού, ο καθένας μας θα μπορούσε να δώσει το τέλος που επιθυμεί. Εγώ θα ήθελα να ζήσουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα οπότε κάτι, κάπως θα γέμισε ξανά τις αποθήκες του παλατιού, δεν μπορεί, όλα τα παραμύθια κάπως έτσι τελειώνουν.
Μακάρι να ήσουν εδώ για όλο το αλάτι της γης μπαμπά, κι ας μπορούσα σήμερα να σου το θυμίσω αυτό το παραμύθι. Ας πίναμε παρέα τον καφέ που δεν ήπιαμε ποτέ μαζί, ή ας μοιραζόμασταν ένα ποτηράκι κρασάκι. Θα σου έβαζα να ακούσεις και τα τραγούδια της Μαρίζα Κωχ.. καροτσέρι τράβααα.. να πάμε στα Τατάβλααα.. Θα αγκαλιαζόμασταν όσο δεν αγκαλιαστήκαμε ποτέ και θα γελούσαμε όσο δεν γελάσαμε ποτέ. Κι ας μην ξαναέβαζα ποτέ αλάτι στις καλοψημένες, καλολαδωμένες φέτες φρέσκου ζυμωμένου ψωμιού που τόσο μου αρέσουν.
Πολύ τρυφερή η σύνδεση του παραμυθιού με αγαπημένο σου πρόσωπο Στέλλα μου! Σαν φόρος τιμής, σαν δέηση. Το παραμύθι, το αλάτι, ο καφές, η άδεια αγκαλιά, όλα σημεία αναφοράς με την αγάπη και την απώλεια. Έτσι είναι! Πάντα θα βρίσκεις κάτι να ανασύρεις αναμνήσεις, πάντα θα υπάρχει μια λέξη, μια φράση, λόγια που δεν ειπώθηκαν. Εκείνοι το ξέρουν. Έτσι ήταν οι μπαμπάδες, σοφοί και παντογνώστες! Να είσαι καλά να τον θυμάσαι και να χαμογελάς με αγάπη!
ReplyDeleteΣε φιλώ! Καλό βράδυ!